Σελίδες

Σάββατο 28 Φεβρουαρίου 2015

Κήρυγμα στο Αποστολικό Ανάγνωσμα της Κυριακής της Ορθοδοξίας.



Εβρ. ια' 24-26, 32-40 :Το δυνατότερο όπλο για να αντιμετωπίσει
ο κάθε Χριστιανός τη θλίψη είναι η προσευχή.

 του π. Παναγιώτη Γκέζου


Το αποστολικό ανάγνωσμα σήμερα μας καλεί
να γίνουμε μιμητές του προφήτη Μωυσή,
ο οποίος δε λογάριασε τις στερήσεις,
τις κακουχίες και τις θλίψεις
που θα αντιμετώπιζε τόσο
για το όνομα του Χριστού,
όσο και για το λαό του Θεού.
Πριν την πτώση οι πρωτόπλαστοι
ευλογήθηκαν από το Θεό
να κατακυριεύσουν τη γη,
όμως μετά την πτώση
και το αμάρτημα το προπατορικό
εισήλθε στη ζωή του ανθρώπου ο πόνος,
η θλίψη και κάθε κακό.
Από την αμαρτία προέρχονται οι θλίψεις
στη ζωή των ανθρώπων,
δηλαδή αιτία των θλίψεων δεν είναι ο Θεός,
αλλά ο άνθρωπος, δεν είναι ο νόμος του Θεού,
αλλά η παρακοή στο θείο θέλημα,
που μας φέρει τη λύπη και το στεναγμό.
Ο απόστολος Παύλος διευκρινίζει ότι
 «Θλίψις και στενοχωρία επί πάσαν ψυχήν ανθρώπου
του κατεργαζομένου το κακόν» (Ρωμ. 2, 9).
Το βέβαιο είναι πως ο Θεός σώζει τους αγίους Του
από τη θλίψη με το να τους χαρίζει υπομονή.
Η υπομονή παράγει σαν καρπό
τη δοκιμασμένη και τέλεια αρετή.
Οι θλίψεις και οι δοκιμασίες είναι το σχολείο
μέσα από το οποίο
ο Χριστιανός μαθαίνει την υπακοή
και σφυρηλατείται ο χαρακτήρας του.
Ο σκοπός των θλίψεων στη ζωή μας
έχει αξία παιδαγωγική,
όπως αναφέρει ο προφήτης Ησαΐας
«Κύριε, εν θλίψει μικρά η παιδεία σου ημίν»,
δηλαδή Κύριε με μικρές θλίψεις
                                  μας παιδαγωγείς
για να μας οδηγήσεις
                    στη σωτηρία της ψυχής.
Ο Μωυσής υπέστη θλίψεις
και έγινε ο ελευθερωτής του Ισραήλ
                                         από τη δουλεία.
Ο Ιώβ υπέστη θλίψεις και δοκιμασίες
         για να προεικονίσει τον Μεσσία
και τις θλίψεις που θα υφίστατο.
 Ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός
υπέστη το σταυρικό Θάνατο
για να μας προσφέρει τη σωτηρία.
Το έσχατο σημείο που πρέπει
                      να έχουμε κατά νουν
                   είναι η Βασιλεία του Θεού
της οποίας θέλει ο Θεός να μας
 καταστήσει μετόχους του ουρανού.
Αν δεχθήκαμε ευχαρίστως τα αγαθά
από τα χέρια του Κυρίου, δεν θα υποφέρουμε
όταν Αυτός μας στέλνει και τα κακά; (Ιώβ 2, 10).
Η υπομονή είναι ύψιστη αρετή,
με την οποία ο πιστός οχυρώνεται πνευματικά,
                                                       για να αμυνθεί
στις μεθοδεύσεις και τα τεχνάσματα του διαβόλου
                                                        που προσπαθεί
να οδηγήσει τον άνθρωπο στην απελπισία
                                            και στην καταστροφή.
Με την υπομονή η ψυχή γίνεται δυνατή
και δέχεται τον πόνο όχι ως τιμωρία
αλλά ως επίσκεψη του Θεού.
                                                          Ειναι αυτή
που δεν αφήνει τη θλίψη να συσκοτίσει το νου
με την απελπισία και την απαισιοδοξία
                           για να εξαγνίζει την ψυχή.
Το δυνατότερο όπλο για να αντιμετωπίσει
ο κάθε Χριστιανός τη θλίψη
                                            είναι η προσευχή.
Ακόμη και ο ίδιος ο Κύριος
            λίγο πριν τη θυσία Του τη σταυρική
γονάτισε και προσευχήθηκε
«Και έπεσεν επί πρόσωπον επί της γης...» (Μαρκ. 14, 35).
Η Θεία Κοινωνία δίνει στο Χριστιανό
δυνάμεις σωματικές και ψυχικές,
για να αντέξει στη δοκιμασία και
να βγει τελικά νικητής από αυτή.
Πίστη είναι εμπιστοσύνη στο Θεό.
Η πίστη είναι δωρεά και χάρισμα.
Είναι φως ουράνιο και θεϊκό.
Πίστη, σε τελευταία ανάλυση,
για μας τους χριστιανούς
           είναι ο ίδιος ο Χριστός
Περίτρανη απόδειξη αυτής της αλήθειας
             είναι των ανθρώπων η ζωή
που μνημονεύει ο απόστολος Παύλος
                  στην παρούσα περικοπή.
Τα όσα πραγματοποίησαν
μένουν ανεξήγητα και ακατανόητα,
αν δεν λάβουμε υπόψη μας τη δύναμη
που τούς παρείχε η πίστη τους η φλογερή
                   στο Θεό, αλλά και οι διωγμοί.
Και πιστός άνθρωπος είναι ο αγωνιστής
στον αγώνα που εμπνέει η πίστη,
                                  η πίστη του Χριστού.
Πολλές φορές η πίστη στον αληθινό Θεό
αποτέλεσε αιτία θανάτου και διωγμού.
Προσδοκούμε τη μέλλουσα πόλη,
                            τη Βασιλεία του Θεού
και τη δικαιοσύνη Αυτού.
Αδιαφιλονίκητη απόδειξη αυτής της αλήθειας
      αποτελεί η ζωή των Αγίων του Θεού.
















Παρασκευή 27 Φεβρουαρίου 2015

Oι A΄ Χαιρετισμοί, στο Ιερό Παρεκκλήσιο του Αγίου Στυλιανού Κ.Α.Α.Π. Βούλας.


  Τη Παρασκευή 27 Φεβρουαρίου 2015 σε όλους τους Ναούς της Ελληνικής επικράτειας τελέσθηκε η Ακολουθία των Χαιρετισμών της Παναγίας μας.

 Το ίδιο έγινε και στο Ιερό Παρεκκλήσιο του Αγίου Στυλιανού Κ.Α.Α.Π. Βούλας, για τα παιδιά, τους Εργαζομένους και τους Εθελοντές του Ιδρύματος.

 Παρόλο τον κακό καιρό και την γενική ίωση που πάσχουν αρκετά παιδιά από το ίδρυμα, κάποια παιδιά όχι μόνο μπόρεσαν και ήρθαν, αλλά συμμετείχαν και ενεργά στην Ακολουθία.

Ακούστε την πρώτη στάση των Χαιρετισμών από τον υπεύθυνο του Ιδρύματος π. Αντώνιο Χρήστου( εδώ

και ακούστε την ομιλία του στο τέλος της ακολουθίας ( εδώ ).




                                       Εκ του Ιερού Παρεκκλησίου

ΤΑ ΒΙΒΛΙΑ ΤΗΣ ΠΑΛΑΙΑΣ ΔΙΑΘΗΚΗΣ-Τό περιεχόμενο καί οἱ βασικές τους ἰδέες



                                 Τοῦ ἀρχιμ. Ἰακώβου Κανάκη


Ἡ διάθεσή μας νά μελετοῦν οἱ χριστιανοί πού  ἐπιθυμοῦν ἀλλά δέν διαθέτουν ἐλεύθερο χρόνο, τά κείμενα τῆς Ἁγίας Γραφῆς μᾶς ὁδήγησε στήν συγγραφική αὐτή προσπάθεια. Θέλουμε, ἔστω μέσα ἀπό τόν ὑπολογιστή του, ὅποιος τό ἐπιθυμεῖ νά μπορεῖ νά προσεγγίζει τήν ἱστορία τῶν ἱερῶν κειμένων ἀλλά καί αὐτούσιες περικοπές τῆς Βίβλου. Θά τό προσπαθήσουμε, ἄν καί πιστεύουμε ὅτι δέν εἶναι μόνο ὁ χρόνος περιορισμένος στήν σύγχρον η ἐποχή μας ἀλλά κυρίως ἡ ἀγαθή διάθεση τῶν πολλῶν. Μακάρι τά ὅσα θά ἀναγράφονται νά ὁδηγήσουν στήν μελέτη τοῦ πρωτοτύπου κειμένου. Μακάρι ὁ ἀναγνώστης νά θελχθεῖ καί νά θελήσει νά ἀνατρέξει στά κείμενα αὐτά, τά ὁποῖα σεβάστηκαν οἱ αἰῶνες. Μέ τήν ἐλπίδα αὐτή ξεκινοῦμε τό ἐγχείρημά μας. Πρίν ὅμως προχωρήσουμε στήν παρουσίαση τοῦ καθενός βιβλίου τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης ξεχωριστά (συνολικά εἶναι 49 βιβλία) εἶναι ἀπαραίτητο νά σημειωθοῦν ξεχωριστά μερικά εἰσαγωγικά στοιχεῖα.
Τό πρῶτο ἀπό τά σημεῖα αὐτά εἶναι νά ἀναφερθεῖ ὅτι ἡ Ἁγία Γραφή εἶναι ἕνα θεόπνευστο βιβλίο. Ἔχει δηλαδή γραφεῖ ἀπό τούς βιβλικούς συγγραφεῖς μέ τόν φωτισμό τοῦ ἁγίου Πνεύματος. Ἔτσι, ἐκτός τῶν ἀναγκαίων γνώσεων πού ἀφοροῦν στή γλῶσσα, στή ἱστορία, στήν ἀρχαιολογία καί ἄλλες ἐπιστήμες, οἱ ἑρμηνευτές τῆς Ἁγίας Γραφῆς εἶναι ἀπαραίτητο νά ἔχουν, ὅπως καί οἱ συγγραφεῖς, τόν φωτισμό τοῦ ἁγίου Πνεύματος. Μέ βεβαιότητα γνωρίζουμε ὅτι τέτοιοι φωτισμένοι ἄνθρωποι εἶναι οἱ ἅγιοι Πατέρες καί Διδάσκαλοι τῆς Ἐκκλησίας.[1] Ὡστόσο, γιά μιά πλήρη μελέτη τῶν θέματων πού ἄπτονται τῆς Βίβλου χρήσιμο εἶναι νά γνωρίζουμε καί τί λένε οἱ ξένοι ἑρμηνευτές γιά τά θέματα πού ἀσχολούμαστε. Αὐτό θά μᾶς βοηθήσει ἀφενός νά ἑδραιώνουμε μέσα ἀπό τήν μελέτη τήν Πίστη μας  καί ἀφετέρου νά εἴμαστε ἱκανοί νά ἀπαντοῦμε στά ἐπιχειρήματα ὅσων ἀμφισβητοῦν τίς Ἀποκεκαλυμμένες Ἀλήθειες. Ἡ προσπάθειά μας, ὡς ἐπί τό πλεῖστον, θά περιέχει θέματα πού ἀφοροῦν στόν συγγραφέα τοῦ βιβλίου, τόν τόπο καί χρόνο πού γράφτηκε, τόν λόγο πού συντάχθηκε καί φυσικά τό περιεχόμενό του καί τίς βασικές ἰδέες πού ἀπαντοῦν σέ αὐτό. Ὅταν εἶναι δυνατόν θά δίδονται μερικές συγκεκριμμένες λέξεις, φράσεις ἤ περικοπές, ὅπως ἀκριβῶς βρίσκονται στό πρωτότυπο κειμένο, λαμβάνοντας μέ τόν τρόπο αὐτό μιά «γεύση» τῶν γραφομένων τοῦ συγγραφέως. Παρακαλοῦμε τούς ἀναγνῶστες νά παρακολουθοῦν τήν σειρά αὐτήν τήν ἐργασίας μας καί ἄν τό ἐπιθυμοῦν νά ἐκφέρουν καί τίς κριτικές τους  προτάσεις.
 Ἄς ξεκινήσουμε τά βιβλία κατά τήν σειρά πού ἀπαντοῦν στήν Παλαιά Διαθήκη. Τό πρῶτο βιβλίο εἶναι ἡ Γένεση.
Ὡς πρός τήν ὀνομασία του. Στήν ἑβραϊκή Βίβλο τό βιβλίο ὀνομάζεται «στήν ἀρχή» κατά ἀρχαία συνήθεια τῶν λαῶν τῆς περιοχῆς ὅπου τά βιβλία λαμβάνουν τόν ὄνομά τους ἀπό τά ἀρχικά γράμματα τοῦ κειμένου τους. Τό βιβλίο αὐτό ξεκινᾶ μέ τήν λέξη «μπερεσίθ» πού ἀποδίδεται μέ τήν ἔκφραση «στήν ἀρχή». Ἡ ἑλληνική μετάφραση τῶν Ἐβδομήκοντα (συμβολίζεται μέ τό Ο´) τό ἀποδίδει μέ τό ὄνομα  Γένεσις, διότι μέσα στό πρῶτο αὐτό βιβλίο τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης ἀναφέρεται ἡ γένεση, ἡ δημιουργία τοῦ κόσμου ἀπό τόν Θεό. Γενικά μποροῦμε νά ποῦμε ὅτι τά 50 κεφάλαια τῆς  Γένεσης διαιροῦνται σέ δύο τμήματα πού ἀντιστοιχοῦν στά κεφ. 1-11 καί 12-50.

Τί περιλαμβάνει τό κάθε τμῆμα ἀπό αὐτά;
Τά κεφ. 1-11 ἀναφέρονται στήν δημιουργία τοῦ κόσμου. Λέει μέ σαφήνεια τό κείμενο ὅτι δημιουργός «τοῦ οὐρανοῦ καί τῆς γῆς», δηλαδή ὅλου τοῦ σύμπαντος εἶναι ὁ Θεός. Ἀπαντᾶ λοιπόν στό γνωστό ἐρώτημα, ποιός δημιούργησε τόν κόσμο. Γίνεται ἐπίσης ἀντιληπτό ὅτι ὁ Θεός δημιούργησε τόν κόσμο «ἐκ τοῦ μηδενός», ἤ καλύτερα, «ἐκ τοῦ μή ὄντος».[2] Αὐτό σημαίνει ὅτι δέν δημιούργησε τόν κόσμο ἀπό προϋπάρχουσα ὕλη, ὅπως ἀπό κάποιους ὑποστηρίζεται.[3] Ἡ δημιουργία, γιά νά γίνει κατανοητή στούς ἀνθρώπους δίδεται μέ ἀνθρωπομορφισμούς. Πράγματι, ὁ συνθέτης τοῦ βιβλίου, ὁ Μωϋσῆς,[4] χρησιμοποίησε διηγήσεις πού προϋπῆρχαν πρίν ἀπό αὐτόν, ὡς προφορικές καί ἀργότερα  γραπτές παραδόσεις.[5] Ἔτσι διαβάζουμε γιά τόν Θεό, ὅτι ἔπλασε τόν ἄνθρωπο[6] ὅτι περπατᾶ στό κῆπο τῆς Ἐδέμ τό δειλινό συναναστρεφόμενος τόν Ἀδάμ[7] ἐνῶ ὁ Θεός ἦταν ἀσώματος.[8] Στήν ἴδια λογική βρίσκεται καί ἡ ἰδέα τῆς δημιουργίας σέ ἕξι ἡμέρες.[9] Ὁ Θεός ὅμως γνωρίζουμε ὅτι εἶναι ἄχρονος καί ἀσφαλῶς δέν κουράζεται καί ἔτσι ὡς παντοδύναμος δέν εἶχε ἀνάγκη χρονικοῦ διαστήματος γιά ἀνάπαυση τήν ἔβδομη ἡμέρα. Ἡ ἀνάπαυσή του αὐτή ἤθελε νά τονίσει καί νά προτρέψει στήν ἀργία τοῦ Σαββάτου.[10]  Στό πρῶτο μέρος τοῦ βιβλίου, γιά τό ὁποῖο μιλοῦμε (κεφ.1-11), γίνεται ἡ ἀναφορά στήν πλάση τοῦ ἀνθρώπου ὡς κορωνίδα τῆς δημιουργίας. Στήν συνέχεια ἀναφέρεται στήν κακή χρήση τῆς ἐλευθερίας τοῦ ἀνθρώπου μέ ἀποτέλεσμα τήν πτώση, πού δέν εἶναι κάτι ἄλλο ἀπό τήν προσπάθεια αὐτοθέωσης τοῦ ἀνθρώπου παραγκωνίζοντας τόν Θεό. Δύο χωρία πρέπει ὁπωσδήποτε νά θυμόμαστε στήν Γένεση, τό Γεν.3,6 πού μιλᾶ γιά τήν πτώση τῶν πρωτοπλάστων καί τό Γεν. 3,15 πού ὁ Θεός προφητεύει τήν συντριβή τοῦ διαβόλου ἀπό τόν Χριστό. Στό πρῶτο αὐτό τμῆμα τοῦ βιβλίου γίνεται ἀναφορά στόν Ἰσραήλ, ὡς λαό τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος ὅμως στό πέρασμα τῶν ἐτῶν θά ἀποδειχθεῖ «λίγος καί μικρός» γιά νά ἀνταπεξέλθει στίς θεϊκές προσδοκίες. Ἀκόμα ἀναφέρονται ὁ Κατακλυσμός (Γεν. 7,6-24)[11] καί ὁ Πύργος τῆς Βαβέλ (Γεν. 11,1-9). Ὁ δεύτερος ὡς σημεῖο διάσπασης τῆς ἀνθρώπινης κοινωνίας.[12]
Παραθέτουμε ττίς δύο σημαντικότερες περικοπές τῶν κεφ.1-11.
Γεν. 3,6 «καὶ εἶδεν ἡ γυνή, ὅτι καλὸν τὸ ξύλον εἰς βρῶσιν καὶ ὅτι ἀρεστὸν τοῖς ὀφθαλμοῖς ἰδεῖν καὶ ὡραῖόν ἐστι τοῦ κατανοῆσαι, καὶ λαβοῦσα ἀπὸ τοῦ καρποῦ αὐτοῦ ἔφαγε· καὶ ἔδωκε καὶ τῷ ἀνδρὶ αὐτῆς μετ᾿ αὐτῆς, καὶ ἔφαγον»
Γεν. 3,15 «καὶ ἔχθραν θήσω ἀνὰ μέσον σοῦ καὶ ἀνὰ μέσον τῆς γυναικὸς καὶ ἀνὰ μέσον τοῦ σπέρματός σου καὶ ἀνὰ μέσον τοῦ σπέρματος αὐτῆς· αὐτός σου τηρήσει κεφαλήν, καὶ σὺ τηρήσεις αὐτοῦ πτέρναν»

              Στό δεύτερο τμῆμα τῆς Γένεσης (κεφ.12-50) γίνεται ἀναφορά στήν ἱστορία τῶν πατριαρχῶν τοῦ Ἰσραήλ, δηλαδή στούς Ἀβραάμ, Ἰσαάκ, Ἰακώβ, Ἰωσήφ κτλ. Ὁ Θεός ἐπιλέγοντας τόν Ἀβραάμ κάνει μιά καινούργια ἀρχή μέ τούς ἀνθρώπους δεικνύοντας ὅτι νοιάζεται γιά τούς ἀνθρώπους καί γιά τόν λόγο αὐτό συνεχῶς δρᾶ μέσα στήν ἱστορία. Μέσα ἀπό τίς διηγήσεις τῶν πατριαρχῶν προσφέρονται σπουδαῖα παραδείγματα προσώπων πού ἀγάπησαν καί λάτρεψαν τόν Θεό μέ καθαρότητα ψυχῆς.

Κλείνοντας νά ἐπισημάνουμε ὅτι τό σημαντικότερο στήν μελέτη τῆς Ἁγίας Γραφῆς  εἶναι, ἐκτός τῆς ἀνάγνωσής της, ἡ ὁρθή ἑρμηνεία της. Ἄς ἔχουμε ὑπόψη μας ὅτι πολλοί αἱρετικοί χρησιμοποιοῦν τό ἴδιο κείμενο μέ ἐμᾶς ἀλλά τό παρερμηνεύουν. Προσοχή χρειάζεται καί σέ κάποιες ἱστοσελίδες τοῦ διαδικτύου, διότι ὑπηρετοῦν σκοπούς τέτοιων αἱρετικῶν ὁμάδων.





[1] Φούντα Ἱερεμίου, μητροπολίτου Γόρτυνος καί Μεγαλοπόλεως, ΓΕΝΕΣΙΣ Ἑρμηνεία Ἁγίας Γραφῆς, ἐκδ. Ἱερά Μητρόπολη Γόρτυνος καί Μεγαλοπόλεως, Ἰανουάριος 2014, σελ. 29.
[2] Ἰωάννου Δαμασκηνοῦ, Ἔκδοσις ἀκριβῆς τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως, ἐκδ. Πουρναρᾶ Θεσσαλονίκη 1983, σελ. 98.
[3] Σκουτέρη Β. Κωνσταντίνου, Ἱστορία Δογμάτων τ. 1ος, Ἀθήνα 1998, σελ. 370.
[4] Παπαδόπουλου Μ. Νικολάου, Εἰσαγωγή εἰς τήν Παλαιάν Διαθήκην, ἐκδ. Ἔννοια Ἀθήνα 2008, σελ. 74.
[5] αὐτόθι.
[6] Γεν. 2,7.
[7] Τό ὄνομα «Ἀδάμ» στήν ἑβραϊκή γλῶσσα σημαίνει «χωματένιος» καί προέρχεται ἀπό τό «ἀνταμά» δλδ. γῆ, χῶμα .
[8] Γεν. 3,8.
[9] Γεν. 1,1-31.
[10] Γεν. 2,2 καί πρβλ. Ἐξ. 20,8.
[11] «Οἱ ἀρχαιολογικές ἔρευνες ἔχουν ἀνακαλύψει ὅτι, πραγματικά, ἕνας μεγάλος κατακλυσμός συνέβη στήν Μεσοποταμία περί τό 4.000 π.Χ.». Φούντα Ἱερεμίου ἀρχιμ., (νῦν μητροπολίτου Γόρτυνος και Μεγαλοπόλεως), Ἡ Παλαιά Διαθήκη-Περιεχόμενο καί Θεολογία της, Ἀθήνα 20053, σελ. 79.
[12] αὐτόθι, σελ. 88-89.

Εσπερινό προσκύνημα του Ι. Ν. Αγίου Νεκταρίου Βούλας, στην Ι.Μ. Παντοκράτορος Ταω Πεντέλης.


  Ο Ιερός Ναός Αγίου Νεκταρίου Βούλας, δια του Φιλοπτώχου Ταμείου του, διοργάνωσε την 6η  προσκυνηματική εκδρομή του,  για το Εκκλησιαστικό Έτος 2014-2015, τη Πέμπτη 26 Φεβρουαρίου 2015, με προορισμό την Ι.Μ. Αττικής Παντοκράτορος Ταω Πεντέλης . 

   Οι 52 συμμετέχοντες στην Εκδρομή, προσκυνήσαμε στο καθολικό, τα θαυματουργικά σκηνώματα των Θεοφόρων Πατέρων της Μονής που μαρτύρησαν το Πάσχα του 1680 από τους πειρατές, προσκυνήσαμε στο Καθολικό, ξεναγηθήκαμε στους υπόλοιπους ιερούς χώρους της Ιεράς Μονής, τελέσαμε  Αρτοκλασία υπέρ Υγείας όλων των συμμετεχόντων στην Εκδρομή και συμμετείχαμε στην  Ακολουθία του Μ. Αποδείπνου.

         
Αξίζει να αναφέρουμε το εξής θαυμαστό γεγονός, που μας διηγήθηκε η Μοναχή που μας ξενάγησε και έγινε μάλιστα μόλις την προηγούμενη εβδομάδα : "Την προηγούμενη εβδομάδα ήρθε ένα παιδί παραπληγικό από την Ρωσία με τους γονείς του 21 προς 22! Δεν είχε περπατήσει ποτέ στη ζωή του! Στο μυαλό όμως διάνοια ! Τελειόφοιτος της Νομικής αριστούχος! Προσκύνησαν τα ιερά σκηνώματα των Αγίων, τον Σταύρωσε και η Γερόντισσα με Ιερά Λείψανα και του είπε : Οι άγιοι έχουν παρρησία και τους ακούει ο Θεός! Από εσένα εξαρτάται πλέον αν έχεις πίστη να σηκωθείς να περπατήσεις! Κάποια στιγμή οι γονείς επισκέφθηκαν την έκθεση της Μονής και το παιδί έμεινε μόνος του στο Ναό, όπου σε λίγο σηκώθηκε και όχι μόνο αυτό άρχισε να τρέχει στο προαύλιο και σε άλλους χώρους της Μονής!! Το θαύμα έγινε ! Ο νέος θεραπευμένος ποια, είπε ότι όταν αποφοιτήσει από την Νομική της Μόσχας, θα έρθει με τα πόδια στην Ελλάδα να προσκυνήσει στο μοναστήρι!!"
 Όλοι θαυμάσαμε και δοξολογήσαμε Τον Θεό,  για το γεγονός!! 
  Μετά το τέλος του Μ. Αποδείπνου, στις 6.30 μ.μ. το βράδυ αναχωρήσαμε για την Ενορία μας και στις 7.35 μ.μ. φτάσαμε στο Ναό μας,  όλοι  ευχαριστημένοι γι’ αυτή τη σύντομη αλλά τόσο ουσιαστική πνευματική απόδραση.

   Η επόμενη προγραμματισμένη προσκυνηματική Εκδρομή της Ενορίας μας, θα γίνει, πρώτα ο Θεός, στις 31 Μαρτίου 2015, με προορισμό τα ιστορικά Καλάβρυτα. Περισσότερες λεπτομέρειες για την εκδρομή θα δημοσιοποιηθούν με νεότερη Ανακοίνωση.   



                  Εκ του Φιλοπτώχου Ταμείου του Ιερού Ναού

Πέμπτη 26 Φεβρουαρίου 2015

Ἑρμηνεία τῆς εὐχῆς τοῦ ἁγίου Ἐφραὶμ τοῦ Σύρου «Κύριε καὶ Δέσποτα τῆς ζωῆς μου»



πηγή: Νικολάου, μητρ. Μεσογαίας καὶ Λαυρεωτικῆς, «Ἀπὸ τὸ καθ᾿ ἡμέραν στὸ καθ᾿ ὁμοίωσιν», 
ἐκδ. Ἐν πλῷ, 2008
προέλευση ἀρχικοῦ μονοτονικοῦ κειμένου: http://paterikakeimena.blogspot.com

Ὑπάρχει μία προσευχή, ποὺ εἶμαι βέβαιος πὼς οἱ περισσότεροι ἀπὸ μᾶς τὴ γνωρίζουν. Εἶναι μία προσευχὴ ποὺ προσδιορίζει τὴ Μεγάλη Τεσσαρακοστή, τὴ λέμε μόνο σὲ αὐτὴν τὴν περίοδο. Μία προσευχὴ μετανοίας, ποὺ ἀνοίγει τοὺς ὁρίζοντές μας. Μία προσευχὴ ἡ ὁποία ὑπάρχει σὲ ὅλες ἀνεξαιρέτως τὶς ἀκολουθίες. Μάλιστα, σὲ μερικὲς ἐμφανίζεται καὶ δύο φορές. μία προσευχὴ ποὺ μόλις πρὸ ὀλίγου ἀπαγγείλαμε. Μία πολὺ παλιὰ προσευχή, ἡ ὁποία ὅμως πολὺ βαθειὰ περιγράφει τὴν ἀνθρώπινη ψυχὴ καὶ τὸν ἀγώνα της, τὸ μυστήριο καὶ τὴν προοπτική της. Εἶναι ἡ προσευχὴ τοῦ ὁσίου Ἐφραίμ.
Θὰ τὴν πῶ:«Κύριε καὶ Δέσποτα τῆς ζωῆς μου, πνεῦμα ἀργίας, περιεργείας, φιλαρχίας καὶ ἀργολογίας μή μοι δῶς.Πνεῦμα δὲ σωφροσύνης, ταπεινοφροσύνης, ὑπομονῆς καὶ ἀγάπης, χάρισαί μοι τῷ σῷ δούλῳ.Ναί, Κύριε Βασιλεῦ, δώρησαί μοι τοῦ ὁρᾶν τὰ ἐμὰ πταίσματα, καὶ μὴ κατακρίνειν τὸν ἀδελφόν μου, ὅτι εὐλογητὸς εἶ, εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν».
Τόσο μικρὴ ἀλλὰ τόσο περιεκτική! Μάλιστα, κατὰ τὸ τυπικὸ τῆς Ἐκκλησίας δὲν ἀπαγγέλλεται ἁπλὰ ἀλλὰ συνοδεύεται ἀπὸ κινήσεις μετανοίας. Στὰ μοναστήρια, ἂν τυχὸν ἔχετε πάει, τηρεῖται ἐπακριβῶς τὸ τυπικὸ αὐτό, ὅπως ἀναγράφεται στὶς φυλλάδες καὶ στὸ Ὡρολόγιο. Λέγει ἐκεῖ ὅτι ποιοῦμε τρεῖς μετανοίας μετὰ ἀπὸ τὸν κάθε στίχο καὶ μετὰ κάνουμε δώδεκα μικρὲς καὶ ἐπαναλαμβάνουμε τὸ τελευταῖο κομμάτι καὶ μετὰ ἄλλη μία μεγάλη.
Δηλαδή, «Κύριε καὶ Δέσποτα τῆς ζωῆς μου...» -τελειώνουμε τὸ πρῶτο κομμάτι- καὶ κάνουμε μία στρωτὴ ἐδαφιαία μετάνοια, ἀπὸ αὐτὲς τὶς μεγάλες, τὶς βαθιές. Συνεχίζουμε: «Πνεῦμα δὲ σωφροσύνης, ταπεινοφροσύνης, ὑπομονῆς καὶ ἀγάπης...»· δεύτερη μετάνοια. «Δώρησαί μοι τοῦ ὁρᾶν τὰ ἐμᾶ πταίσματα...»· τρίτη μετάνοια. Καὶ μετὰ σιωπηρῶς λέγοντας τὸ «Κύριε ἐλέησον» ἢ τὸ «Ἱλάσθητί μοι τῷ ἁμαρτωλῷ» κάνουμε δώδεκα σταυρωτὲς μικρὲς μετάνοιες. Αὐτὸ στὰ μοναστήρια. Καὶ ἐπαναλαμβάνουμε τὸ «Ναί, Κύριε Βασιλεῦ, δώρησαι μοὶ τοῦ ὁρᾶν τὰ ἐμὰ πταίσματα» καὶ κάνουμε ἄλλη μία μεγάλη μετάνοια. Ὅλα αὐτά, ὥστε νὰ τὴν καταλάβει τὴν προσευχὴ ὄχι μόνον ἡ σκέψη μας, ὄχι μόνον ἡ ψυχή μας, ἀλλὰ ἀκόμη καὶ τὸ σῶμα μας. Νὰ τὴν καταλάβει ὁλόκληρος ὁ ἑαυτός μας. Εἶναι σημαντικὴ προσευχή. Εἶναι πόρτα καὶ ὁδὸς καὶ τέρμα γιὰ ὅποιον ἔχει πνευματικὴ εὐστροφία νὰ ἀξιοποιήσει τὸ περιεχόμενό της καὶ νὰ φιλοτιμηθεῖ στὴ ζωή του.
Ἂς κάνουμε, λοιπόν, μία σύντομη ἑρμηνεία καὶ ἀνάλυση αὐτῆς τῆς προσευχῆς, νὰ καταλήξουμε σὲ τέσσερις παρατηρήσεις ποὺ δὲν εἶναι τόσο ἐμφανεῖς, νὰ κρατήσει ὁ καθένας τὸ μήνυμά του καὶ ἔτσι νὰ τὸ πάρει συνοδὸ κατὰ τὴν ἀποψινὴ βραδιὰ στὸ σπίτι του.
Ὁ χορηγός, ὁ ὁδηγός, ὁ ὑπερασπιστής, ὁ Κύριος
«Κύριε καὶ Δέσποτα τῆς ζωῆς μου...»· ἔτσι προσφωνοῦμε τὸν Θεό. Κύριε, Σὺ ποὺ εἶσαι ὁ κυρίαρχος, ὁ ὁποῖος κυβερνᾶς καὶ δεσπόζεις στὴ ζωή μου. Ἡ ἔκφραση αὐτὴ εἶναι παρμένη ἀπὸ τὸ βιβλίο Σοφία Σειράχ, στὸ ὁποῖο ἐπίσης ὑπάρχει καὶ ἄλλη μία σχετικὴ ἀναφορά: «Κύριε καὶ Θεὲ τῆς ζωῆς μου». Ὁ Κύριος εἶναι ὁ χορηγὸς τῆς ζωῆς, αὐτὸς ποὺ δίνει τὴ ζωή. Ὁ Κύριος εἶναι ὁ ὁδηγὸς τῆς ζωῆς, αὐτὸς ποὺ κατευθύνει τὴ ζωή. Ὁ Κύριος εἶναι ὁ ὑπερασπιστὴς τῆς ζωῆς, ὅπως λέγει ὁ ψαλμωδός (Ψαλμ. 26,1). Ὁ Κύριος εἶναι αὐτὸς στὸν ὁποῖο ἀνήκει ἡ ζωή μας.
Ξεκινοῦμε τὴν προσευχὴ μᾶς ὁμολογώντας μὲ ὅλα τὰ κύτταρα τῆς ὑποστάσεώς μας ὅτι ὁ Θεὸς εἶναι ὁ Κύριος της ψυχῆς μας. Σὰν νὰ λέμε ὅτι ἐγὼ δὲν θέλω νὰ κυβερνῶ τὴν ψυχή μου. Θέλω ὅλες τὶς λεπτομέρειες νὰ τὶς ρυθμίζει ὁ Θεός, ὅλες της τὶς γωνιὲς Αὐτὸς νὰ τὶς φωτίζει. Παντοῦ Αὐτὸς νὰ ἔχει τὸ δικαίωμά Του καὶ σὲ κάθε σημεῖο της νὰ ἐπαληθεύεται ἡ δική Του παρουσία. «Ἐν ταῖς χερσί σου οἱ κλῆροι μου» λέγει κάπου ἀλλοῦ ὁ ψαλμωδός (Ψαλμ. 30,16)· ὅτι στὰ χέρια Σου βρίσκονται οἱ τύχες τῆς ζωῆς μου. Ὅλη μας ἡ ζωή, ἀπὸ τὴν πρώτη στιγμὴ μέχρι καὶ τὸ τέλος της, τὰ γεγονότα τὰ ὁποῖα συμβαίνουν ἐνδιαμέσως, οἱ γνωριμίες ποὺ κάνουμε, οἱ ἀφορμὲς τῆς σωτηρίας ποὺ ἔχουμε, οἱ πειρασμοὶ ἀπὸ τοὺς ὁποίους περνᾶμε, ὅλα εἶναι στοιχεῖα τὰ ὁποῖα βρίσκονται κάτω ἀπὸ τὸ βλέμμα τοῦ Θεοῦ καὶ τὰ ὁποῖα μποροῦμε ἐμεῖς νὰ τὰ ἀναθέσουμε σὲ Ἐκεῖνον, ὥστε Αὐτὸς νὰ φροντίσει τὸ πῶς θὰ τὰ ἀντιμετωπίσουμε, ἢ θὰ τὰ διαχειρισθοῦμε μὲ τὸν καλύτερο τρόπο.
Ξεκινοῦμε, λοιπόν, τὴν προσευχή μας μὲ αὐτὴν τὴν ὁμολογία, ὅτι ἡ ζωή μας πρῶτον δὲν μᾶς ἀνήκει -φοβερὸ πράγμα· γιὰ σκεφτεῖτε το!- καὶ δεύτερον ὅτι ἀνήκει στὸ σύνολό της, σὲ κάθε λεπτομέρειά της, σὲ κάθε φάση της καὶ ἐξ ὁλοκλήρου στὸν Θεό. Γιὰ φαντασθεῖτε τὸν ἑαυτό σας καὶ τὴ ζωή σας νὰ οἰκοδομεῖται πάνω σὲ αὐτὴν τὴν πραγματικότητα, ὅτι ἡ ζωή μου εἶναι ἕνα δῶρο σὲ ἐμένα, τὸ ὁποῖο τὸ ἐπιστρέφω αὐτοβούλως καὶ αὐτεξουσίως στὸν Δωρητή μου, ποὺ εἶναι ὁ Χριστός. Καὶ Αὐτὸς τὴν κυβερνᾶ! Πέφτω τὰ βράδια καὶ κοιμᾶμαι. Δὲν μὲ νοιάζει τίποτα. Δὲν φοβοῦμαι οὔτε τὶς δοκιμασίες μου, οὔτε τοὺς πειρασμούς μου, οὔτε τὸ τέλος μου, οὔτε τὸ τέλος τῶν ἀγαπημένων προσώπων μου, διότι ἡ ζωή τους εἶναι καὶ ζωή μου καὶ ἡ ζωὴ ὅλων μας ἀνήκει στὸν Θεό. Ἔτσι ξεκινοῦμε. Μὲ αὐτὸ τὸ ἄνοιγμα, μὲ αὐτὸ τὸ δόσιμο, μὲ αὐτὴν τὴν ἐλευθερία. «Κύριε καὶ Δέσποτα τῆς ζωῆς μου».
Ἡ ἀργία
Τέσσερα πράγματα νὰ μὴν ἐπιτρέψεις νὰ συμβοῦν μέσα μου. «Πνεῦμα ἀργίας, περιεργίας, φιλαρχίας καὶ ἀργολογίας». Μὴν ἐπιτρέψεις νὰ ὑπάρξει μέσα μου μία κατάσταση ἀργίας, τεμπελιᾶς, ραθυμίας, ἀκηδίας, ἀδιαφορίας, ἀνορεξίας. Αὐτὸ θὰ πεῖ ἀργία. Νὰ εἶμαι ἀργός, βραδύς, χωρὶς ἐσωτερικοὺς παλμούς, χωρὶς δυναμικὸ μέσα στὴν ψυχή μου. Ἕνας μουδιασμένος, μαραμένος, χωρὶς ἐνδιαφέρον γιὰ πνευματικά. Φοβερὴ ἀρρώστια, ἰδίως τῆς ἐποχῆς μας. Πολλὲς φορὲς βλέπουμε νέα παιδιὰ ἀνόρεκτα, μᾶλλον κουρασμένα -νὰ τὴν πῶ τὴν λέξη - βαριεστημένα, χωρὶς διάθεση, χωρὶς χυμούς, χωρὶς ἐνθουσιασμό. Δὲν μποροῦμε ἔτσι νὰ προχωρήσουμε. Λέει στὸ σοφὸ βιβλίο τῆς Κλίμακος ὅτι ἡ ἀργία εἶναι περιεκτικὸν τοῦ θανάτου στοιχεῖον, εἶναι κάτι τὸ ὁποῖο θυμίζει τὸν θάνατο στὸν ἄνθρωπο. Πῶς εἶναι δυνατὸν νὰ προχωρήσει στὴ ζωὴ ἕνας ὁ ὁποῖος διακρίνεται ἀπὸ τεμπελιά; Γι᾿ αὐτὸ καὶ ἡ ἀκηδία, αὐτὴ ἡ περὶ τὰ πνευματικὰ ἀδιαφορία, θεωρεῖται ἀπὸ τοὺς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας ὡς ἕνα ἀπὸ τὰ ἑπτὰ θανάσιμα, ὀλέθρια γιὰ τὴν ψυχή μας, ἁμαρτήματα. Τὶς τελευταῖες ἡμέρες ἦλθε κάποιο παιδὶ ποὺ μὲ πλησίασε, γιὰ νὰ δοῦμε τί θὰ κάνουμε μὲ τὴ Θεία Κοινωνία καὶ μὲ τὴν ἐξομολόγηση.
- Τί κάνεις γιὰ τὸν Θεό, παιδί μου; ρώτησα.
- Δὲν ἔχω ὄρεξη γιὰ τίποτα, μοῦ ἀπαντᾶ. Δὲν μπορῶ.
-Λίγη προσευχὴ δὲν κάνεις; προχώρησα.
- Τίποτα. Ἕνα σταυρό, καὶ πέφτω στὸ κρεβάτι.
- Γιατί; Ποιὸς ὁ λόγος; Τί σὲ ἐμποδίζει; Τί σὲ πιέζει καὶ γίνεσαι τσιγγούνης στὸν Θεό;
-Νιώθω κουρασμένος, πάτερ.
-Τὸ πρωὶ ποὺ εἶσαι ξεκούραστος;
-Δὲν μπορῶ, βιάζομαι. Σηκώνομαι, ἀλλὰ τὸ ἀναβάλλω. Λέω ἀπὸ αὔριο. Δὲν ἔχω διάθεση. Δὲν ξέρω τί μοῦ φταίει.
Αὐτὸ εἶναι ἡ ἀκηδία. Αὐτὸ εἶναι ἡ ἀργία. Αὐτὸ θέλει βία καὶ πίεση γιὰ νὰ καταπολεμηθεῖ. «Ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν βιάζεται καὶ βιασταὶ ἁρπάζουσιν αὐτὴν» (Ματθ. 11,12).
Αὐτοὶ ποὺ ξέρουν νὰ ζορίζονται, νὰ ἀσκοῦνται, νὰ ἐπιμένουν, νὰ ἀγωνίζονται, αὐτοὶ ἁρπάζουν τὴ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Αὐτοὶ ποὺ ἀργοῦν, ποὺ τεμπελιάζουν, ποὺ δὲν μποροῦν, ποὺ παραδίδονται ἔτσι στὸν χαλαρὸ ἑαυτὸ τοὺς αὐτοὶ μένουν δίχως γεύσεις, δίχως καρπούς. Αὐτὸ μὲ δύο λέξεις σημαίνει, χωρὶς ἀγώνα, χωρὶς ἄσκηση, τὰ πράγματα δὲν θὰ μπορέσουν νὰ πάρουν τὴν καλὴ πορεία γιὰ τὴν ψυχή μας. Νά γιατὶ ξεκινοῦμε τὴ σαρακοστιανὴ προσευχή μας ζητώντας νὰ μὴν ἐπιτρέψει ὁ Θεὸς τὴν ἀργία καὶ τὴν ἀκηδία καὶ τὴ ραθυμία στὴν ψυχή μας.
Ἡ περιέργεια
«Πνεῦμα», ἐπίσης, «περιεργίας». Ἐὰν ἡ ἀργία εἶναι τὸ νὰ χαθεῖ κάνεις μέσα στὸ τίποτα, ἡ περιέργεια εἶναι τὸ ἐντελῶς ἀντίθετο: νὰ σκορπίζεται μέσα στὸ παντοῦ, νὰ χώνεται παντοῦ καὶ πάντα. Νὰ θέλει νὰ τὰ μάθει κανεὶς ὅλα. Λέει ἕνας ἀπὸ τοὺς Πατέρες: «μισῶ τὸ χαμερπὲς πάθος τῆς περιεργίας». Αὐτὸ τὸ πάθος τῆς περιεργίας ποὺ μὲ κάνει νὰ σέρνομαι χαμηλά. Αὐτὸ θὰ πεῖ χαμερπές· σημαίνει νὰ ἕρπω χάμω. Αὐτὸ τὸ πάθος ἐνδημεῖ μεταξὺ τῶν χριστιανῶν. Διαβάζουμε πιὸ εὔκολα ἕνα κουτσομπολίστικο θρησκευτικὸ περιοδικὸ παρὰ τὴν Κλίμακα. Παρακολουθοῦμε πιὸ εὔκολα μία σκανδαλιστικὴ ἐκπομπὴ στὴν τηλεόραση παρὰ συμμετέχουμε σὲ μία ἀγρυπνία. Αὐτὴ εἶναι ἡ περιέργεια· νὰ ξέρεις, νὰ ψάχνεις τὴ ζωὴ τοῦ διπλανοῦ σου. Σὰν νὰ τὸν βλέπεις μὲ τὶς πιτζάμες τῆς ὑποστάσεώς του. Νὰ ἀνακαλύπτεις τὰ μυστικά του, χωρὶς κανέναν λόγο. Νὰ ἀφήνεις στὴν ἄκρη τὸν θησαυρὸ καὶ νὰ μπερδεύεσαι μὲ τὰ σκουπίδια.
Αὐτὸ δημιουργεῖ ἕναν σκορπισμό, μία διάχυση καὶ ἔτσι δὲν συγκροτεῖται ἡ ψυχή. Ζητοῦμε, λοιπόν, αὐτὸ τὸ πάθος, τὸ ὁποῖο, πάλι κατὰ τὸν ἅγιο Ἰωάννη τῆς Κλίμακος, ἀποψύχει τὴ θερμότητα τῆς ψυχῆς, δηλαδὴ ρίχνει τὴ θερμοκρασία της καὶ δὲν μπορεῖ νὰ θερμανθεῖ, ὥστε νὰ λειτουργήσει μὲ ἐνθουσιασμὸ καὶ βάθος, νὰ μὴν ἐπιτρέψει ὁ Θεὸς νὰ φωλιάσει μέσα μας.
Ἡ φιλαρχία
Τρίτο πάθος ἡ «φιλαρχία», ἡ φιλοπρωτία. Τὴν ἐρχόμενη Κυριακὴ θὰ τὸ ἀκούσουμε στὸ Εὐαγγέλιο. Κοινὴ ἀρρώστια. Ὅλοι τὴν ἔχουμε μέσα μας. Θέλουμε νὰ εἴμαστε οἱ πρῶτοι. Θέλουμε νὰ εἴμαστε ἐμεῖς οἱ ἀποδέκτες, ὄχι ἁπλῶς τιμῶν, ἀλλὰ τῶν καλυτέρων τιμῶν. Στὴ σύγκριση νὰ εἴμαστε ἐμεῖς ἀπὸ τὸν δεύτερο πιὸ μπροστὰ καὶ μάλιστα μὲ σαφήνεια. Αὐτὸ τὸ πρόβλημα τὸ ἔχουμε καὶ μέσα στὴν Ἐκκλησία. Τόσο συχνὰ τσακωνόμαστε ποιὸς θὰ εἶναι πρῶτος. Μὰ τί σημασία ἔχει αὐτό; Μπορεῖ νὰ εἶσαι ἱερέας καὶ νὰ ἐπιδιώκεις ἐσὺ νὰ διαβάσεις τὸ πρῶτο Εὐαγγέλιο τῆς Μεγάλης Πέμπτης καὶ ὄχι ὁ συνεφημέριός σου. Μπορεῖ νὰ εἶσαι ψάλτης καὶ νὰ διεκδικεῖς ἐσὺ νὰ ψάλεις τὰ καλὰ κομμάτια καὶ ὄχι ὁ ἄλλος, ποὺ μπορεῖ καὶ νὰ ἔχει καλύτερη φωνὴ ἢ περισσότερες γνώσεις ψαλτικῆς. Πῶς μᾶς κυβερνάει ὁ διάβολος! Μὲ ἀνόητα πράγματα!
Βλέπετε καὶ τοὺς Μαθητές, ἐνῶ ὁ Κύριος τους ἀναγγέλλει περὶ τοῦ πάθους Του, τὴν ἴδια ὥρα, ἀρχίζουν οἱ δύο, ὁ Ἰωάννης καὶ ὁ Ἰάκωβος, νὰ ζητοῦν πρωτοκαθεδρίες στὴ Βασιλεία τοῦ Χριστοῦ. Προσέξτε το τὴν ἄλλη Κυριακὴ στὸ Εὐαγγέλιο. Καὶ τὸ φοβερὸ ποιὸ εἶναι; Ὅτι δὲν ἔμειναν μόνοι αὐτοὶ οἱ δύο νὰ διεκδικοῦν τὰ πρωτεῖα, ἀλλὰ ἐνοχλήθηκαν καὶ οἱ ὑπόλοιποι καὶ στράφηκαν ἐναντίον τους. Προφανῶς γιατὶ καὶ αὐτοὶ ἤθελαν ἀπὸ μέσα τους νὰ εἶναι πρῶτοι. Οἱ ἥρωες αὐτοὶ τῆς πίστεως, αὐτοὶ ποὺ διώχθηκαν καὶ μετὰ μαρτύρησαν, αὐτοὶ οἱ ἴδιοι ἀρνήθηκαν, οἱ ἴδιοι ἐγκατέλειψαν, οἱ ἴδιοι τσακώθηκαν λίγο πρὸ τοῦ πάθους ποιὸς θὰ εἶναι πρῶτος. Ὁ Κύριος ὅμως τοὺς δίνει τὸ μάθημα τὴ νύχτα τοῦ Μυστικοῦ Δείπνου λέγοντας ὅτι πρῶτος πρέπει νὰ εἶναι αὐτὸς ποὺ ἐπιλέγει μετὰ ἐσωτερικῆς ἐλευθερίας καὶ ἀνέσεως τὴ θέση τοῦ τελευταίου. Τί ὡραῖο πράγμα! Νὰ μπεῖς σὲ ἕναν χῶρο ποὺ θὰ διαδραματιστεῖ μία ἐκπληκτικὴ σκηνή, ὅπου ἀπὸ μέσα σου νὰ θέλεις νὰ βλέπεις καὶ νὰ ἀκοῦς. Καὶ ἐκεῖ νὰ σοῦ προτείνουν νὰ διαλέξεις ὅποια θέση θέλεις, ἀκόμη καὶ τὴν καλύτερη. Κι ἐσὺ νὰ ἐπιλέγεις εὔκολα τὴν τελευταία. Νὰ εἶσαι μέσα ἀλλὰ κρυμμένος στὴν ἄκρη. Καὶ αὐτὸ γιὰ νὰ μποῦν οἱ ἄλλοι πρὶν ἀπὸ ἐσένα, γιὰ νὰ ἀπολαύσουν αὐτοὶ πιὸ πολὺ ἀπὸ ὅσο ἐσύ. Γιὰ νὰ εἶναι μεγαλύτερη χαρά σου ἀπὸ τὴν ἀπόλαυση τῆς παραστάσεως ἡ χαρά τους.
«Τὴ τιμὴ ἀλλήλους προηγούμενοι» (Ρωμ. 12,10), λέγει ὁ ἀπόστολος Παῦλος. Ὄχι φιλοπρωτία, ὄχι πρωτοκαθεδρία. Ὄχι αὐτὸ τὸ φίλαρχο φρόνημα, νὰ εἶμαι ὁ πρῶτος, ἀλλὰ νὰ θέλω νὰ τιμήσω τὸν ἄλλο, νὰ θέλω νὰ τιμηθεῖ ὁ ἄλλος. Νὰ τοῦ ἐκχωρήσω τὰ δικαιώματα, νὰ εἶμαι ὁ διακονῶν, νὰ εἶμαι ὁ εὐτυχισμένος ἔσχατος, ὁ εὐλογημένος οὐραγός, ἀναπαυμένος στὴ θέση μου, στὴν ἄκρη τῆς οὐρᾶς. Αὐτὸς ὅμως ποὺ θὰ εἶναι μέσα στὴν ἀγκαλιά, ὅπου ὅλοι οἱ ἄλλοι θὰ εἶναι καλύτεροί μου. Τί ὡραῖο πράγμα! Νὰ χαίρομαι τὴν εὐλογία τῶν δωρεῶν τοῦ Θεοῦ καὶ τῶν ἀρετῶν τῶν ἀδελφῶν. «Πνεῦμα», λοιπόν, «φιλαρχίας»,νὰ θέλω νὰ ὑπερέχω ἐγώ, καὶ φιλοπρωτίας,«μή μοι δῶς».
Ἡ ἀργολογία
«Πνεῦμα ἀργίας, περιεργείας, φιλαρχίας» καὶ τέταρτον «ἀργολογίας». Τί θὰ πεῖ ἀργολογία; Κουτσομπολιό. Ἀχρηστολογία. Ὑπάρχει κάτι ποῦ λέγεται περιαυτολογία· νὰ μιλᾶς γιὰ τὸν ἑαυτό σου. Κακὸ πράγμα! Ὑπάρχει κάτι ἄλλο ποὺ λέγεται καυχησιολογία· νὰ ἀρχίσεις νὰ καυχᾶσαι γιὰ τὸν ἑαυτό σου. Ἄλλη ἀρρώστια! Ὑπάρχει ἄλλο ἕνα πάθος ποὺ λέγεται πολυλογία· νὰ μιλᾶς ἀκατάσχετα καὶ ὁ ἄλλος νὰ μὴν μπορεῖ νὰ πάρει σειρὰ νὰ πεῖ κάτι. Καὶ ὑπάρχει καὶ αὐτὸ ποὺ λέγεται ἀργολογία, τὸ ὁποῖο σημαίνει νὰ λὲς ἀνοησίες ἢ ἄχρηστα πράγματα. Λόγια ποὺ δὲν χρειάζονται, ποὺ δὲν προσφέρουν τίποτα. Συχνὰ ὁμολογοῦμε ὅτι «πῆγα καὶ σκότωσα τὴν ὥρα μου. Εἴπαμε καὶ κανένα χαζό». Ὄχι τέτοιο πράγμα. Ἀπὸ τὸ στόμα μας «λόγος ἀργός», δηλαδὴ μὴ ζωντανός, μὴ οὐσιαστικὸς «μὴ ἐκπορευέσθω» (Ἐφεσ. 4,29), νὰ μὴν βγαίνει, μᾶς προτρέπει ἡ Ἐκκλησία μας καὶ οἱ ἅγιοί μας. Γιὰ φαντασθεῖτε πάλι τὴ ζωή μας νὰ οἰκοδομεῖται πάνω σε περιεκτικούς, οὐσιαστικοὺς λόγους. Νὰ μὴν ἔχει, λοιπόν, οὔτε τὸ ἀγκάθι τοῦ ἄχρηστου, ἀνόητου λόγου, οὔτε τοῦ περίεργου λόγου, οὔτε τοῦ κατακριτικοῦ λόγου, οὔτε τοῦ ὑπεροχικοῦ λόγου, ἀλλὰ νὰ εἶναι στόμα καθαρό, λόγος παστρικός, πεντακάθαρος. «Εἴ τις ἐν λόγῳ οὐ πταίει, οὗτος τέλειος ἀνήρ», λέει στὴν ἐπιστολὴ τοῦ Ἰακώβου (Ἰακ. 3,1). Αὐτὸς ποὺ ἔχει καθαρὸ στόμα καὶ δὲν φταίει μὲ τὸ στόμα του αὐτὸς ἐγγίζει πλέον τὴν κατάσταση τῆς τελειότητος.
Καθώς, λοιπόν, ζητοῦμε ἀπὸ τὸν Θεὸ νὰ μὴν ἐπιτρέψει στὴν ψυχή μας τὴν παρουσία αὐτῶν τῶν τεσσάρων ἀδυναμιῶν, στὴν οὐσία, μὲ τὴν προσευχὴ αὐτή, ζητοῦμε τὴν ὑποκατάστασή τους ἀπὸ τέσσερις ἀρετές: ἀντὶ τῆς ἀργίας, τὸ φιλότιμο καὶ τὸν ἅγιο ζῆλο. Στὴ θέση τῆς περιέργειας, τὸ ἀπερίεργον, τὸ ἀπερίσπαστον καὶ τὴ σύνεση. Ἀντὶ τῆς φιλαρχίας, τὴν ὑποχωρητικότητα καὶ τὴν εὐγενῆ συστολὴ . Καί, τέλος, ἀντὶ τῆς ἀργολογίας, τὴ σιωπὴ καὶ τὸν «ἅλατι ἠρτυμένον λόγον» (Κολ. 4,6).
Ὁ ὅσιος, ὅμως, Ἐφραὶμ στὴν περίφημη προσευχή του δὲν ζητάει μόνον τὴν ἀπαλλαγὴ ἀπὸ τὰ τέσσερα μεγάλα πάθη ποὺ προαναφέραμε, ἀλλὰ ζητάει ἀπὸ τὸν Κύριο καὶ τὸ δῶρο τεσσάρων μεγάλων ἀρετῶν: «Πνεῦμα σωφροσύνης, ταπεινοφροσύνης, ὑπομονῆς καὶ ἀγάπης». Τέσσερις ἐκπληκτικὲς ἀρετές!
 Ἡ Σωφροσύνη
Πρώτη ἀρετή, ἡ σωφροσύνη. Σωφροσύνη βγαίνει ἀπὸ τὶς λέξεις σῶος καὶ φρὴν-φρενός, καὶ σημαίνει ἔχω σώας τὰς φρένας, ἀκέραιο τὸν νοῦ μου. Σωφροσύνη μὲ τὴν εἰδικὴ ἔννοια τοῦ ὅρου σημαίνει ἐγκράτεια, ἁγνότητα, καθαρότητα στὸ σῶμα καὶ στὴν ψυχή. Μὲ τὴν εὐρύτερη ὅμως ἔννοια σωφροσύνη σημαίνει γενικευμένη ἀκεραιότητα. Τὸ νὰ μὴν ἔχει κανεὶς στὸ μυαλό του τὴν ἀρρώστια τῶν μειονεκτικῶν λογισμῶν, τῶν νοσηρῶν σκέψεων.
Στὴν ἀντίθετη περίπτωση, ὁ ἄνθρωπος δὲν ἔχει σώας τὰ φρένας του. Νομίζει ὅτι ὅλοι τὸν κυνηγοῦν, ὅτι ὅλοι τοῦ δημιουργοῦν προβλήματα, ὅτι ὅλοι ἔχουν παράπονα. Καὶ δὲν ἔχει κανένας. Δὲν ἀσχολοῦνται μαζί του. Δὲν ἔχει σώας τὰ φρένας, λένε. Τὰ ἔχασε. Εἶναι διαταραγμένη ἡ ἰσορροπία τῆς σκέψης του. Σωφροσύνη, λοιπόν, σημαίνει καθαρότητα καὶ ἀκεραιότητα. νὰ εἶναι κανεὶς ἰσορροπημένος πνευματικά, νὰ μπορεῖ ὁ λογισμός του νὰ λειτουργεῖ μὲ σαφήνεια, χωρὶς ἀρρώστιες ψυχολογικοῦ τύπου, μειονεξία ἢ καχυποψία ἢ κυκλοθυμία κ.ο.κ.
Ἡ πρώτη, λοιπόν, ἀρετὴ εἶναι ἡ καθαρότητα, ἡ καθαρότητα τοῦ σώματος καὶ τῆς ψυχῆς. Ἡ ἐποχὴ ποὺ ζοῦμε εἶναι ἡ ἐποχὴ ποὺ μολύνει αὐτὴν τὴν καθαρότητα τῆς ψυχῆς. Εὔκολα τὸ μάτι μας ἀρχίζει νὰ κλέβεται ἀπὸ ψευτοέρωτες -«ἐκ τοῦ ὁρᾶν τίκτεται τὸ ἐρᾶν»- καὶ τὸ σῶμα μας νὰ ἑλκύεται ἀπὸ λάθος ἱκανοποιήσεις καὶ κάνουμε τὶς ὀλέθριες ὑποχωρήσεις, ποὺ τὶς σκεπάζει μετὰ ὁ συμβιβασμὸς μίας δύσκολης ἐποχῆς, ἡ ὁποία ὅλα ξέρει νὰ τὰ δικαιολογεῖ. Χριστιανὸς ὅμως σημαίνει πεντακάθαρη κατάσταση. Ὅπως λέει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος γιὰ τοὺς Ἱερεῖς, καὶ γιατί ὄχι γιὰ κάθε χριστιανό, πρέπει νὰ εἶναι καθαρότερος ἀπὸ τὶς ἀκτίνες τοῦ ἡλίου. Ὄχι τὸ μυαλὸ συνέχεια στὸ πονηρό, στὸ σαρκικό, στὸ ρυπαρό, ἀλλὰ νὰ ἀναπαύεται ἡ σκέψη καὶ ἡ διάθεση σὲ ὅ,τι εἶναι καθαρό, διότι μόνον ἡ καθαρότητα τῆς ψυχῆς ἐγγυᾶται τὴ θέα τοῦ Θεοῦ: «Μακάριοι οἱ καθαροὶ τῇ καρδίᾳ ὅτι αὐτοί, τὸν Θεὸν ὄψονται» (Ματθ. 5,8).
Ἡ πρώτη, λοιπόν, ἀρετὴ ποὺ προσευχόμαστε καὶ ζητοῦμε ὡς δῶρο ἀπὸ τὸν Θεὸ εἶναι ἡ σωφροσύνη, αὐτὴ ἡ ἀκεραιότητα ποὺ κάνει τὸν ἄνθρωπο νὰ μὴν εἶναι σὰν ραγισμένο βάζο, οὔτε σὰν λεκιασμένο σεντόνι, ἀλλὰ σὰν σῶμα χωρὶς οὐλή, σὰν κρύσταλλο χωρὶς σημάδι, σὰν κάτι ποὺ δὲν ἔχει ποτὲ συγκολληθεῖ, ἀλλὰ διατηρεῖ τὴν ἀρχική του ἀκεραιότητα. Αὐτὴ εἶναι ἡ πρώτη ἀρετή.
Ἡ ταπεινοφροσύνη
Δεύτερη ἀρετή, ἡ ταπεινοφροσύνη. Τί ὡραία, τί μεγάλη ἀρετή! Ἀκούσαμε στὴν Ἐκκλησία μας, στὴν ἀρχὴ τοῦ Τριωδίου, τὴν παραβολὴ τοῦ Τελώνου καὶ τοῦ Φαρισαίου καὶ ἐκεῖ ἔλεγε ὁ εὐαγγελιστὴς ὅτι «ὁ ταπεινῶν ἑαυτὸν ὑψωθήσεται» (Λουκ. 18,14). Ἐπίσης, ὁ πρῶτος μακαρισμὸς ἀφιερώνεται στοὺς ταπεινούς: «Μακάριοι οἱ πτωχοὶ τῷ πνεύματι, ὅτι αὐτῶν ἐστιν ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν» (Ματθ. 5,3). Πτωχὸς τῷ πνεύματι εἶναι αὐτὸς ποὺ εἶναι ταπεινός, αὐτὸς ποὺ δὲν ἔχει σὲ καμία ἰδιαίτερη ὑπόληψη τὸν ἑαυτό του. Λέγουν κάποιοι -χωρὶς κατ᾿ ἀνάγκην αὐτὸ νὰ εἶναι σωστὸ - ὅτι ἡ λέξη ταπεινὸς προέρχεται ἀπὸ τὸν τάπητα, τὸ χαλί. Ταπεινὸς εἶναι αὐτὸς ποὺ δέχεται νὰ τὸν πατᾶς χωρὶς νὰ διαμαρτύρεται. Καὶ καμιὰ φορὰ εἶναι μερικὰ χαλιὰ ποὺ τὰ πατᾶς καὶ ζωντανεύουν πιὸ πολύ. Ἔτσι εἶναι ὁ ταπεινὸς ἄνθρωπος. Ὁ ταπεινὸς εἶναι εἰκόνα τῆς Θεοτόκου· παραδίδεται στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ καὶ ὑποδέχεται τὴ μεταμορφωτικὴ χάρι Τοῦ μέσα στὴν ψυχή του.

Ἡ ὑπομονή
Ἂς πλησιάσουμε τὴν τρίτη ἀρετή. «Πνεῦμα ὑπομονῆς». «Ἐν τῇ ὑπομονῇ ὑμῶν κτήσασθαι τὰς ψυχὰς ὑμῶν» (Λουκ. 21,19), λέγει ὁ Κύριος στοὺς μαθητές Του. Ἄλλη μία ἀρετὴ ποὺ τόσο χρειάζεται, ἀλλὰ τόσο τὴν ἀγνοεῖ ἡ ἐποχή μας. Στὶς μέρες μας δὲν κάνουμε ὑπομονή.
Θέλουμε τὸν Θεὸ νὰ ἀπαντήσει ἐδῶ καὶ τώρα. Καὶ Αὐτὸς δὲν ἀπαντᾶ. Ἔχει τοὺς λόγους Του. Αὐτὸ ποὺ χρειάζεται εἶναι νὰ κάνουμε ὑπομονή, γιὰ νὰ ἔλθει ἡ ὥρα τοῦ Θεοῦ στὴν ψυχή μας· ὄχι ὁ χρόνος τῆς δικῆς μας ἐπιλογῆς.
Ἄλλοτε πάλι παίρνουμε μία ἀπόφαση καὶ θέλουμε ἐδῶ καὶ τώρα νὰ καταφέρουμε τὸν στόχο μας. Χρειάζεται ἡ ὑπομονὴ τοῦ ἑαυτοῦ μας, νὰ ὑπομείνουμε τὸν ἑαυτό μας. Νὰ τὸν περιμένουμε, νὰ ἔλθει καὶ ἐκείνου ἡ ὥρα.
Τρίτη περίπτωση, ἡ ὑπομονὴ τοῦ ἀδελφοῦ μας, τοῦ διπλανοῦ μας. Ἔχουμε τὸ παιδί μας. Παίρνει ἕναν ἄλλο δρόμο, κάνει ἄλλες ἐπιλογὲς στὴ ζωή του ἀπὸ αὐτὲς ποὺ ἐμεῖς θὰ θέλαμε. Τρέμει τὸ φυλλοκάρδι μας. Τὸ καλοῦμε, τοῦ κάνουμε μία ἐπίθεση ἐλέγχου, δίνουμε καὶ μερικὲς συμβουλὲς καὶ ἀπαιτοῦμε νὰ διορθωθεῖ. Μὰ δὲ γίνεται ἔτσι. Ἐμεῖς τόσο εὔκολα διορθωνόμαστε; Ἐδῶ χρειάζεται νὰ κάνουμε ὑπομονὴ γιὰ τὸ παιδί μας. Νὰ τὸ περιμένουμε. Γι᾿ αὐτὸ λέγει «ἐν τῇ ὑπομονῇ ὑμῶν κτήσασθαι τὰς ψυχὰς ὑμῶν». Μὲ τὴν ὑπομονή σας θὰ ἀποκτήσετε τὸν ἔλεγχο τῶν ψυχῶν σας. Μὲ τὴν ὑπομονὴ θὰ πιάσεις τὴν ψυχή σου καὶ θὰ τὴν κυβερνήσεις, θὰ κρατήσεις τὸ τιμόνι της. Ἔτσι, μὲ τὴν ὑπομονή μας, περιμένοντας τὸν Θεό, δίνοντας χρόνο στὸν ἑαυτό μας, ἀναγνωρίζοντας στὰ παιδιά μας καὶ στοὺς συνανθρώπους μας τὸ δικαίωμα τοῦ χρόνου τους, θὰ κερδίσουμε καὶ τὶς δικές τους ψυχές, θὰ ἀποκτήσουμε καὶ τὶς δικές μας. Θὰ τὶς κατακτήσουμε ἐν Χριστῷ καὶ ἐν ἀγάπῃ.
Ἡ ἀγάπη
Τέλος, ζητοῦμε «πνεῦμα ἀγάπης». Στὴν Κλίμακα τῶν ἀρετῶν, ὅπως τὴν παρουσιάζει ὁ ἅγιος Ἰωάννης, ἐμφανίζεται ἡ διάκριση ὡς «ἡ μείζων τῶν ἀρετῶν». Στὸ τέλος ὑπάρχει ἕνα κεφάλαιο γιὰ τρεῖς ἀρετές: τὴν πίστη, τὴν ἐλπίδα καὶ τὴν ἀγάπη. «τὰ τρία ταῦτα», ὅπως λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος, «μείζων δὲ τούτων ἡ ἀγάπη» (Α´ Κορ. 13,13). Ἀγάπη γενική: καὶ πρὸς τὸν Θεὸ καὶ πρὸς τὸν ἀδελφὸ καὶ πρὸς ὅλο τὸν κόσμο. Δὲν ὑπάρχει ἀγαπῶ ἕναν, δυό, πέντε, τὴν οἰκογένειά μου, τοὺς φίλους μου καὶ δὲν ἀγαπῶ τοὺς ἄλλους. Ἀγάπη ἔχει αὐτὸς ποὺ ἀγαπᾶ ὅλη τὴν κτίση. Ἀγαπᾶ τὰ ζῶα, ἀγαπᾶ τοὺς ἐχθρούς, ἀγαπᾶ τοὺς γνωστοὺς καὶ τοὺς ἀγνώστους, ἀγαπᾶ τοὺς εὐεργέτες καὶ αὐτοὺς ποὺ τὸν ἀντιπαθοῦν, ὅπως ὁ Θεὸς «βρέχει ἐπὶ δικαίους καὶ ἀδίκους». Ἀγάπη μεριζομένη καὶ μὴ καθολικὴ δὲν εἶναι ἀγάπη.
Ἡ ἀγάπη δὲν διαιρεῖ οὔτε ξεχωρίζει τοὺς ἀποδέκτες της, ἀλλὰ κομματιάζει τὴν πηγή της. Ἂν δὲν ὑπάρχει αὐτὴ ἡ ἀγάπη ποὺ μᾶς κάνει νὰ κομματιαζόμαστε, γιατὶ ὁ διπλανὸς εἶναι ὁ ἀδελφός, ἡ εἰκόνα τοῦ Θεοῦ, δὲν θὰ μπορέσουμε νὰ περάσουμε στὸ πρόσωπο τοῦ Θεοῦ. Ἀπὸ τὴν εἰκόνα περνᾶμε στὸ πρωτότυπο. Ἀπὸ τὸν ἀδελφὸ στὸν Θεό. Τὸν ἀδελφὸ ἔβαλε ὁ Θεὸς δίπλα μας, γιὰ νὰ μᾶς θυμίζει ὅτι ἡ πόρτα τῆς σωτηρίας μας εἶναι ἡ ἄσκηση τῆς ἀγάπης. Τί φοβερὴ ἀρετή! Ἀλλὰ τί δύσκολη ποὺ μᾶς φαίνεται! Πόσο ὅμως διαφορετικὴ δὲν θὰ ἦταν ἡ κοινωνία μας, ἡ κοινωνία μας ὡς πιστῶν, ἐδῶ σε αὐτὴ τὴν ἐνορία ποὺ βρισκόμαστε ὅλοι μαζί, ἂν μπορούσαμε νὰ εἴχαμε αὐτὴν τὴν ἐλευθερία, τὴν πληρότητα, τὴ θυσιαστικότητα τῆς ἀγάπης, τὴν ὑπερβολὴ τῆς ἀγάπης! Νὰ ἀγαπᾶμε τοὺς ἄλλους ὄχι σὰν τὸν ἑαυτό μας, ἀλλὰ πιὸ πολὺ καὶ ἀπὸ τὸν ἑαυτό μας, γιατὶ ὁ ἄλλος, ὁ πλησίον, εἶναι κομμάτι μας, εἶναι ὁ καλύτερος ἑαυτός μας, εἶναι παιδὶ καὶ ἀδελφός του Χριστοῦ, εἶναι ὁ ὁρατὸς Θεὸς ἐκείνης τῆς στιγμῆς· εἶναι ἡ ἀφορμὴ γιὰ τὴν ἔξοδο ἀπὸ τὸν ἐγωισμό μας, εἶναι ἡ εὐκαιρία γιὰ τὴ συνάντηση μὲ τὸν Θεό μας.
Νά, λοιπόν, τί ζητοῦμε. Νὰ μᾶς ἀπαλλάξει ὁ Θεὸς ἀπὸ «πνεῦμα ἀργίας, περιεργείας, φιλαρχίας καὶ ἀργολογίας» καὶ νὰ φυτέψει στὴν καρδιὰ μας «πνεῦμα σωφροσύνης, ταπεινοφροσύνης, ὑπομονῆς καὶ ἀγάπης».
Τὰ «ἐμὰ πταίσματα» καὶ ἡ κατάκριση τοῦ ἀδελφοῦ
Καὶ συνεχίζει ἡ προσευχή: «Ναί, Κύριε, δώρησαί μοι τοῦ ὁρᾶν τὰ ἐμὰ πταίσματα καὶ μὴ κατακρίνειν τὸν ἀδελφόν μου». Δῶσ᾿ μου τὴ μεγάλη εὐλογία ἀντὶ νὰ ἀσχολοῦμαι μὲ τὰ ὑποθετικὰ ἐλαττώματα καὶ τὶς ἀδυναμίες τοῦ ἀδελφοῦ μου, νὰ κοιτάξω τὰ πραγματικὰ δικά μου πταίσματα. Λέει πάλι ὁ ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος, ποὺ σήμερα εἶναι ἡ μέρα του, ὅτι ἀκόμα κι ἂν ζοῦσες ἑκατὸ χρόνια καὶ κάθε μέρα ἔριχνες δάκρυα ὅσο εἶναι τὸ νερὸ τοῦ Ἰορδάνη ποταμοῦ, δὲν θὰ μποροῦσες νὰ ξεπλύνεις τὰ πραγματικά σου ἐλαττώματα, ποὺ ὅμως ποτὲ δὲν θὰ μπορέσεις νὰ διακρίνεις. Ἂς ἔχει καθένας μας τὴν αἴσθηση μίας στοιχειώδους αὐτογνωσίας, πῶς διακατεχόμεθα ἀπὸ ἀδυναμίες, ἀπὸ πάθη, ἀπὸ ἁμαρτίες τὶς ὁποῖες συνεχῶς διαπράττουμε. Ὁ καθένας μας ἔχει τὸ δικό του φορτίο τῶν παθῶν καὶ τῶν ἀδυναμιῶν. Μὲ αὐτὸ νὰ ἀσχοληθεῖ. Αὐτὸ θὰ πεῖ αὐτογνωσία. «Δώρησαί μοι, Κύριε, τοῦ ὁρᾶν τὰ ἐμὰ πταίσματα». Νὰ ἀντικρύζω τὰ δικά μου πταίσματα καὶ νὰ μὴν κατακρίνω τὸν ἀδελφό μου καὶ νὰ μὴν τὸν καταδικάζω μέσα μου εἴτε μὲ τὸν λόγο, εἴτε μὲ τὴν ἐσωτερικὴ σκέψη καὶ κρίση μου.
Ὑπάρχει ἕνας ἅγιος ἀπὸ τοὺς πιὸ γλυκοὺς καὶ ἀγαπημένους πρόσφατους ἁγίους, ὁ ἅγιος Σάββας ὁ Νέος της Καλύμνου. Ἕνας ἅγιος, ὁ ὁποῖος ἐκοιμήθη τὸ 1948. Πέρασε καὶ ἕνα διάστημα τῆς ζωῆς του ἐδῶ στὴν Ἀθήνα. Τὸν τιμᾶ ἰδιαίτερα ἡ Κάλυμνος. Σύγχρονος ἅγιος! Λίγο μετὰ τὸν ἅγιο Νεκτάριο. Ἕνας γλυκύτατος ἄνθρωπος. Ἕνας ἐπιεικέστατος ἅγιος. Παραμυθητικός, φιλάνθρωπος, γεμάτος συμπάθεια καὶ κατανόηση, ἐπιείκεια καὶ συγχωρητικότητα. Συνέρρεε ὁ κόσμος γιὰ ἐξομολόγηση. Ὅλα τὰ συγχωροῦσε. Γιὰ δύο ὅμως ἁμαρτίες ἦταν ἀδυσώπητος. Ἡ μία ἡ βλασφημία, καὶ τὸ καταλαβαίνουμε. Ἡ δεύτερη ἡ κατάκριση. Κατέκρινες τὸν ἀδελφό σου καὶ τοῦ τὸ ἔλεγες; Αὐστηρὸ κανόνα ἔβαζε. Ἀκοινωνησία! Νηστεύεις; Ρωτοῦσε. Μὰ ἐσὺ καταβροχθίζεις τὶς σάρκες τοῦ ἀδελφοῦ σου. Ὁ ἅγιος αὐτός, αὐτὸ τὸ ἀρνάκι, δὲν μποροῦσε νὰ δεχθεῖ τὸ πάθος τῆς κατάκρισης. Μεγάλη ἁμαρτία ποὺ ροκανίζει τὴν ἴδια τὴν ὑπόσταση τῆς κοινωνίας ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ. Ὁ ἕνας νὰ φάει τὸν ἄλλον. Νὰ τὸν κουτσομπολέψει, νὰ τὸν καταδικάσει. Μέσα στὴν ἴδια τὴν ἐνορία, στὰ σπίτια μας, στοὺς χώρους ἐργασίας μας. Σκληροὶ ἐπικριτές, ἀνυποχώρητοι θεατὲς ἐλαττωμάτων, ἐπίμονοι ἐρευνητὲς σφαλμάτων. Δυστυχῶς, ἡ ἀρρώστια αὐτὴ εἶναι καὶ παλιὰ καὶ βαθειὰ καὶ διαδεδομένη.
Νομίζω ὅτι σᾶς κούρασα. Πέρασε ἡ ὥρα. Θὰ κάνω μία σύνοψη ποὺ περιγράφει τὸ βαθύτερο ἦθος καὶ τὸν λόγο αὐτῆς τῆς προσευχῆς, μέσα ἀπὸ τέσσερις παρατηρήσεις. Ἂν προσέξουμε, παρουσιάζει μερικὰ πολὺ ἐνδιαφέροντα κρυμμένα χαρακτηριστικά.
 Ἡ προσευχὴ τοῦ ὁσίου Ἐφραὶμ ἑστιάζει μέσα μας
Τὸ πρῶτο εἶναι ὅτι στὴν ἀπαρίθμηση τῶν παθῶν τῆς προσευχῆς ἀποφεύγονται τὰ θανάσιμα λεγόμενα πάθη, ὅπως τὸ μίσος, ἡ φιληδονία, ὁ θυμός, ἡ φιλαργυρία καὶ ἄλλα, καὶ ἀναφέρονται μερικὰ ποὺ μᾶλλον συνήθεις ἀνθρώπινες ἀδυναμίες εἶναι παρὰ ἔντονα διαστροφικὲς καταστάσεις. Ποιὸς ὁ λόγος ποὺ ἐπιλέγονται αὐτὰ καὶ ὄχι τὰ πρῶτα; Ἡ ἀργία, ἡ ἀργολογία δὲν βλάπτουν κανέναν ἄλλον παρὰ μόνον τὸν ἄνθρωπο ποὺ τὶς ἔχει. Καὶ εἶναι τόσο ἀνθρώπινο νὰ εἶναι κανεὶς περίεργος ἢ ἔστω νὰ ἐπιζητεῖ τὰ πρωτεῖα. Ποιός, ἀλήθεια, δὲν τὰ ἔχει κάπως μέσα του αὐτά; Ἡ ἀπάντηση εἶναι ὅτι ἐδῶ προσευχόμαστε ὄχι γιὰ διαστροφὲς ποὺ μόνοι μας πρέπει νὰ καταπολεμήσουμε ἀλλὰ γιὰ ἐσωτερικὲς ἀδυναμίες ποὺ ἐνδόμυχα καλλιεργοῦμε καὶ πνίγουν τὴν ἐλευθερία μας καὶ μᾶς χρειάζεται τόσο ἡ βοήθεια τοῦ Θεοῦ.
Ἡ προσευχὴ αὐτὴ ἔχει σὰν στόχο τὸ συμμάζεμα τοῦ ἑαυτοῦ, τὸ νὰ ἔλθει κανεὶς «εἰς ἑαυτόν». Ἐὰν ὁ σκοπός μας εἶναι ἡ στροφή μας πρὸς τὸν Θεό, τότε πρέπει ὁπωσδήποτε νὰ προηγηθεῖ ἡ στροφὴ πρὸς τὰ μέσα μας: «Νοῦς μὴ σκεδαννύμενος ἐπὶ τὰ ἔξω, ἐπανεισι εἰς ἑαυτὸν καὶ δι᾿ ἑαυτοῦ πρὸς τὸν Θεόν». Γι᾿ αὐτὸ καὶ τὰ τέσσερα πάθη γιὰ τὰ ὁποῖα μιλάει εἶναι πάθη ποὺ δὲν φαίνονται μεγάλα, ἀλλὰ ἔχουν καταστροφικὴ δράση μέσα μας. Εἶναι πάθη διασπορᾶς τῆς σκέψης καὶ σκορπισμοῦ τῆς καρδιᾶς, πάθη ποὺ ξοδεύουν τὸν πλοῦτο της: Ἡ ἀργία τὸν χρόνο της· ἡ περιέργεια τὴν ἀλήθειά της, τὴν στροφὴ στὸ ἕνα «οὔκ ἐστι χρεία»· ἡ φιλαρχία τὴν ἀγάπη της, τὴ σχέση της μὲ τὸν ἀδελφό· καὶ ἡ ἀργολογία τὸν λόγο της. Ὅλα μαζὶ τὴν περιουσία τῆς πνευματικῆς οὐσίας της. Καταναλώνουν τὸ δυναμικὸ τῆς ψυχῆς στὰ μὴ οὐσιώδη. Τότε γίνεται πολυπόρευτος ἡ διάνοια καὶ στὴ συνέχεια ὀλισθηρά, ὅπως λέγει ἀλλοῦ ὁ ὅσιος Ἐφραίμ. Γλιστράει, ξεφεύγει, χάνεται, καταστρέφεται.
Ἂν ὅμως συμμαζευτεῖ ὁ νοῦς, τότε μπορεῖ νὰ κάνει προσευχὴ καὶ νὰ στραφεῖ πρὸς τὸν Θεό. Βλέπετε καὶ ἀπὸ τὶς ἀρετὲς δὲν ἐπιλέγει τὴν προσευχή, τὴ μετάνοια, τὴν πίστη, τὴν ἐγκράτεια, τὴν ἐλεημοσύνη, τὴ νηστεία. Ἀλλὰ διαλέγει ἀρετὲς ποὺ ἡσυχάζουν τὸν ἔσω ἄνθρωπο καὶ τὸν συμμαζεύουν, ὅπως ἡ σωφροσύνη καταστέλλει τὶς κινήσεις τῆς σάρκας, ἡ ταπεινοφροσύνη τὰ πετάγματα τοῦ ἐγωισμοῦ, ἡ ὑπομονὴ τὰ ξαφνιάσματα τοῦ χρόνου καὶ ἡ ἀγάπη τὶς ἐνοχλήσεις τῶν ἀδελφῶν. Κάποιες διαλέγει ἀπὸ τὶς ἀρετὲς καὶ κάποια ἀπὸ τὰ πάθη. Αὐτὰ τὰ πάθη τὰ ὁποῖα εἶναι πολὺ λεπτὰ καὶ ἀποτελοῦν τὴ βάση τῆς ἀρρώστιας τῆς ψυχῆς καὶ αὐτὲς τὶς ἀρετὲς ποὺ ἀποτελοῦν τὸ θεμέλιο τῆς ἀνάστασης καὶ τῆς ἀνάτασής της. Αὐτὸ εἶναι τὸ ἕνα.
Οἱ ἀρετὲς ὡς δωρεὲς τοῦ Θεοῦ
Τὸ δεύτερο. Οἱ ἀρετὲς σὲ αὐτὴν τὴν προσευχὴ δὲν ἐμφανίζονται σὰν κατάκτηση, σὰν ἀνθρώπινο κατόρθωμα, ἀλλὰ σὰν δωρεὲς τοῦ Θεοῦ. Τὸ ρῆμα ποὺ χρησιμοποιεῖται γιὰ τὴν ἀπόκτησή τους εἶναι τὸ «Δώρησαί μοι», χάρισέ μου. Δὲν λέει ὅτι θὰ προσπαθήσω νὰ τὰ ἀποκτήσω, ἀλλὰ τὰ ζητάει ὁ προσευχόμενος ἀπὸ τὸν Θεὸ ὡς δῶρα. Οἱ ἀρετὲς εἶναι δῶρα. Δὲν εἶναι κατορθώματα. Εἶναι καρπὸς τῆς χάριτος· ὄχι τοῦ ἀγώνα. Ὁ ἀγώνας ἁπλὰ ἐκφράζει τὸ φιλότιμό μας. Εἶναι τὸ ἀναγκαῖο ἔλασσον. Ἡ χάρις εἶναι τὸ ἐνεργοῦν μεῖζον. Ὅσο κι ἂν προσπαθήσουμε, χωρὶς τὴ χάρι τοῦ Θεοῦ, τίποτα δὲν θὰ καταφέρουμε. Καὶ ἂν δὲν ἦταν ἀποτέλεσμα τῆς χάριτος καὶ τῶν δωρεῶν τοῦ Θεοῦ στὴ ζωὴ μᾶς αὐτὲς οἱ ἀρετές, τότε ὅποιος τὶς εἶχε θὰ δικαιοῦτο νὰ καυχᾶται. Ἐνῶ τώρα, κι ἂν τὶς ἔχεις, δὲν δικαιοῦσαι νὰ καυχηθεῖς, γιατί καὶ ἡ ὑπομονὴ καὶ ἡ ἀγάπη καὶ ἡ σωφροσύνη καὶ ἡ ταπεινοφροσύνη εἶναι μείζονα δῶρα ποῦ τελικῶς τὰ χορηγεῖ ὁ Θεὸς σὲ αὐτοὺς οἱ ὁποῖοι ἔχουν καταθέσει ὡς ἐλάχιστη προϋπόθεση τὴ συγκατάθεσή τους: «τί δὲ ἔχεις ὃ οὐκ ἔλαβες; εἰ δὲ καὶ ἔλαβες, τί καυχᾶσαι ὡς μὴ λαβών;» (Α´ Κορ. 4,7).
Τὸ «πνεῦμα» ὡς φρόνημα
Ἂς προχωρήσουμε στὴν τρίτη παρατήρηση, στὴ λέξη πνεῦμα. Ὁ ὅσιος προτάσσει τῶν παθῶν καὶ τῶν ἀρετῶν αὐτὴ τὴ λέξη: «πνεῦμα ἀργίας», δὲν λέγει ἀργία. Καὶ μετὰ λέγει «πνεῦμα σωφροσύνης». Τί σημαίνει αὐτὴ ἡ λέξη; Σημαίνει νὰ μοῦ δώσει ὁ Θεὸς τὴ διάθεση, τὸ φρόνημα, τὸν πόθο νὰ λαχταρήσω αὐτὲς τὶς ἀρετές, νὰ μισήσω αὐτὲς τὶς ἀδυναμίες, ὥστε πάνω σ᾿ αὐτὴν τὴν ἐσωτερικὴ κατάσταση καὶ ἐπιθυμία, στὸ ἔδαφος αὐτό, νὰ μπορέσει Ἐκεῖνος νὰ φυτεύσει τὸν σπόρο τῆς ἀρετῆς. Αὐτὸ ποὺ μᾶς χρειάζεται, λοιπόν, καὶ προσευχόμαστε εἶναι τὸ φρόνημα τῆς ἀρετῆς, τὸ πνεῦμα τῆς ἀρετῆς, γιὰ νὰ μπορέσει ὁ Κύριος νὰ μᾶς δώσει τὴν ἴδια τὴν ἀρετή, τὸν καρπὸ τῆς ἀρετῆς.
Δοῦλος καὶ ἀδελφός
Καὶ τὸ τέταρτο εἶναι πολὺ ὡραῖο. Νὰ τὸ ξαναπῶ, γιὰ νὰ δεῖτε δύο λέξεις: «Κύριε καὶ Δέσποτα τῆς ζωῆς μου, πνεῦμα ἀργίας, περιεργείας, φιλαρχίας καὶ ἀργολογίας μή μοι δῶς». Δὲν θὰ τὸ σχολιάσουμε αὐτό. «Πνεῦμα δὲ σωφροσύνης, ταπεινοφροσύνης, ὑπομονῆς καὶ ἀγάπης χάρισαί μοι τῷ σῶ δούλῳ. Ναί, Κύριε, δώρησαί μοι τοῦ ὁρᾶν τὰ ἐμὰ πταίσματα καὶ μὴ κατακρίνειν τὸν ἀδελφόν μου».
Ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ ὁ χριστιανὸς εἶναι δοῦλος καὶ δίπλα στὸν πλησίον εἶναι ἀδελφός. Σὲ αὐτὸ μας καλεῖ ἡ Ἐκκλησία, ὄχι μόνον τὴ Μεγάλη Τεσσαρακοστὴ ἀλλὰ πάντοτε. Νὰ λέμε «δοῦλοι ἀχρεῖοί ἐσμεν, ὅτι ὃ ὠφείλομεν ποιῆσαι πεποιήκαμεν» (Λουκ. 17,10). Τελικά, καὶ τὰ καλὰ ποὺ κάνουμε εἶναι αὐτὰ ποὺ πρέπει νὰ κάνουμε, γιατὶ εἴμαστε ἄχρηστοι δοῦλοι. Τὸ λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος. Νὰ αἰσθανθεῖ καθένας ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ τὴν ταπείνωση τοῦ δούλου καὶ δίπλα στὸν πλησίον τὴ χαρὰ τοῦ ἀδελφοῦ.
Ἔτσι ἂν ξεκινήσουμε τὴν πορεία μας τὴν πνευματική, μὲ αὐτὸ τὸ φρόνημα καὶ σὲ αὐτὸ τὸ πνεῦμα ἂν τὴν ἀναβαπτίσουμε, θὰ μπορέσουμε, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, νὰ προχωρήσουμε ἀπὸ τὸ ἦθος, ὅπως εἴπαμε προηγουμένως, στὴν κατάσταση τῶν ἀρετῶν. Τότε ὁ Θεὸς θὰ δώσει αὐτὲς οἱ ἀρετὲς νὰ διακρίνουν καὶ τὴ ζωὴ τοῦ καθενός μας σὲ κάποιο βαθμό, ἀλλὰ κυρίως θὰ δώσει νὰ ἀνθίσουν στὸ ἔδαφος τῶν πνευματικῶν κοινοτήτων μας, τῆς ἴδιας μας τῆς Ἐκκλησίας. Ἂν ζούσαμε ὡς Ἐκκλησία αὐτὴν τὴν καθαρότητα, δὲν θὰ χρειαζόταν νὰ μιλᾶμε γιὰ κάθαρση. Ὅταν στὴν Ἐκκλησία μας κυριαρχεῖ ἡ σωφροσύνη, ἡ ταπεινοφροσύνη, ἡ ὑπομονὴ καὶ ἡ ἀγάπη, τότε τί θέση ἔχει ἡ λεγόμενη κάθαρση; Τότε δὲν θὰ ἤμασταν Ἐκκλησία ποὺ τῆς ἀπαιτοῦν κάθαρση, ἀλλὰ θὰ ἤμασταν κοινωνία ποὺ θὰ χόρταινε ἀπὸ γνήσια μαρτυρία.
Ξεκίνησα λέγοντας ὅτι μᾶς μένουν ἀκόμη δύο ἑβδομάδες Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς. Δύο ἑβδομάδες συνεχοῦς εὐλογημένου ἐπηρεασμοῦ τῆς ψυχῆς μας ἀπὸ τὴν εὐλογία αὐτῆς τῆς προσευχῆς καὶ τῶν ἀληθειῶν της. Νὰ δώσει ὁ Θεὸς ἡ προσευχὴ τοῦ ὁσίου Ἐφραὶμ νὰ εἶναι μία προσευχὴ ποὺ αὐτὸς μὲν τὴν ἔγραψε, ἐμεῖς ὅμως ὡς Ἐκκλησία καὶ πρόσωπα τὴ ζοῦμε. Μία προσευχὴ ποὺ θὰ βγαίνει ἀπὸ τὴν καρδιά μας, θὰ βγαίνει ὅμως καὶ ἀπὸ τὴ ζωή μας.


Τότε, καθὼς θὰ φθάνουμε στὸ Πάσχα, ἡ ψυχή μας θὰ εἶναι ἕτοιμη καὶ καθαρὴ σὰν τὸν κενὸ τάφο νὰ δεχθεῖ τὸν Ἀναστημένο Χριστό. Νὰ δώσει λοιπὸν ὁ Θεὸς πλούσια τὴν εὐλογία Του καὶ κατὰ τὸ ὑπόλοιπο διάστημα τῆς Τεσσαρακοστῆς, καὶ ὅλους νὰ μᾶς ἀξιώσει πανέτοιμοι, ἢ μᾶλλον ὅσο τὸ δυνατὸν ἕτοιμοι, νὰ μποῦμε μέσα στὸ κανάλι αὐτὸ τὸ εὐλογημένο, σὲ αὐτὸν τὸν μετασχηματιστὴ τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδος, γιὰ νὰ φθάσουμε ἑνωμένοι καὶ ἀγαπημένοι ἐνώπιόν του Θεοῦ ὡς δοῦλοι καὶ μεταξὺ μας ὡς ἀδελφοί, γιὰ νὰ μπορέσουμε ὅλοι μαζὶ καὶ ὁ καθένας ξεχωριστὰ νὰ τὸν ἀντικρύσουμε Ἀναστάντα. Ἀμήν.