Σύμφωνα μὲ τὴν ὀρθόδοξη ἀντίληψη ὁ
Τριαδικὸς Θεὸς δὲν εἶναι ἐντελῶς ἀπρόσιτος, ὅπως πιστεύει ἡ πλανεμένη χριστιανικὴ Δύση, ἀλλὰ γίνεται προσιτὸς μὲ τὴν
ἄκτιστη χάρη Του καὶ τὶς ἄκτιστες ἐνέργειές Του ποὺ εἶναι μέρος τῆς θείας ὑπάρξεώς
Του.
Ὁ ἄνθρωπος λοιπὸν μπορεῖ
πραγματικὰ νὰ συναντήσει τὸ Θεὸ καὶ δὲν εἶναι περιορισμένος νὰ συμπεράνει ἀπλῶς
τὴν ὕπαρξή Του. Ἡ συνάντηση ὅμως αὐτὴ θὰ γίνει μὲ τρόπο ἡσυχαστικό, δηλαδὴ θὰ γίνει
στὸ χῶρο τῆς καρδιᾶς. Ἡ προσευχὴ καὶ ἠ νηστεία εἶναι τὰ μέσα μὲ τὰ ὁποῖα θὰ
μπορέσει ὁ ἄνθρωπος νὰ καθαρίσει τὴν καρδιά του γιὰ νὰ συναντήσει ἐκεῖ τὸν ἀναστημένο
Χριστό.
Ἡ προσευχὴ δὲν εἶναι αἴτηση γιὰ
παροχές, δὲν εἶναι τρόπος μὲ τὸν ὁποῖο μετατρέπουμε τὸ Θεὸ σὲ ὐπηρέτη καὶ τοῦ
ζητούμε νὰ σπεύσει νὰ ἱκανοποιήσει τὰ θελήματά μας. Εὶναι σχεδὸν βλάσφημο νὰ λέμε
στὸ Θεὸ τί νὰ μᾶς δώσει, γιατὶ ὅταν τὸ κάνουμε αὐτὸ ὑπαινισσόμαστε ὅτι ξέρουμε ἐμεῖς
κάτι ποὺ Ἐκεῖνος δὲν ξέρει καὶ ὅτι ἐπομένως εἴμαστε σοφότεροι ἀπὸ Ἐκεῖνον. Ὅταν
τὸ κάνουμε αὐτὸ δὲν πιστεύουμε στὸ Θεό. Πραγματικὴ προσευχὴ εἶναι νὰ μὴ ζητάει ὁ
ἄνθρωπος τίποτε ἄλλο παρὰ μόνο τὸν ἴδιο τὸ Θεό, «τὴν Βασιλείαν τοὺ Θεοῦ καὶ τὴν
δικαιοσύνην αὐτοῦ» καὶ ὄλα τὰ ἄλλα ποὺ ἔχομε πραγματικὰ ἀνάγκη θὰ μᾶς δοθοῦν
χωρὶς νὰ τὰ ζητήσουμε (Ματθ.6.33).
Ἡ πραγματικὴ προσευχὴ εἶναι μιὰ ἔκφραση
ἐρωτική, ποὺ δὲ ζητάει παρὰ μόνο τὸν ἐραστὴ καὶ γι’ αὐτὸ τίποτε ἄλλο στὴν
προσευχὴ δὲν ἔχει ἰδιαίτερη σημασία, οὔτε τὰ λόγια καὶ προπαντὸς αὐτά. Ὅταν ἠ
προσευχὴ γίνεται μιὰ τέτοια ἔκφραση ἐρωτικοῦ πάθους γιὰ τὸ Θεό, γίνεται μὲ
στεναγμοὺς ἀλάλητους (Ρωμ.8,26). Ἐπειδὴ μπορεῖ νὰ ψυχρανθεῖ εὔκολα ἠ θερμότητα
τῆς προσευχῆς θὰ πρέπει νὰ προσευχόμαστε συχνὰ κατὰ τὴ διάρκεια τῆς ἠμέρας, γιὰ
νὰ διατηροῦμε ἔτσι τὴ θερμότητα τῆς προσευχῆς, ὅπως ὅταν πίνουμε κάποιο ζεστὸ ρόφημα
τὸ χειμώνα γιὰ νὰ μᾶς ζεστάνει καὶ τὸ βάζουμε στὴ φωτιὰ γιὰ νὰ ξαναζεσταθεῖ ὅταν
ἀρχίσει νὰ κρώνει... Γιὰ τὴν προσευχὴ οὔτε ὀρισμένος τρόπος οὔτε ὀρισμένη στάση
εἶναι ἀπαραίτητα... Ὅπου κι ἄν βρισκόμαστε μποροῦμε νὰ στενάζουμε ἀπὸ τὰ βάθη τῆς
ψυχῆς μας καὶ νὰ ποῦμε «Κύριε, ἐλέησόν
με».
Ὅταν ζητήσουμε ἔτσι, μὲ τὴ θερμὴ
προσευχὴ τὸν ἀναστημένο Χριστό, Ἐκεῖνος θὰ παρουσιαστεῖ μπροστά μας ὅπως παρουσιάστηκε
στὴ Μαρία καὶ τοὺς ἔντεκα μαθητὲς «κλεισμένων τῶν θυρῶν». θὰ μᾶς παρουσιαστεῖ ὀ
ἀναστημένος Χριστὸς περιβεβλημένος ὅλη Του τὴ δόξα ἄν εἴμαστε κι ἐμεῖς ὅπως ἐκεῖνοι
«προσκαρτεροῦντες ὁμοθυμαδὸν τῆ προσευχῆ καὶ τῆ δεήσει» (Πραξ.Ι’, 14) . Μόνον ἔτσι
θὰ συναντήσουμε τον ἀναστημένο Χριστό. Δὲν θὰ Τὸν ἀνακαλύψουμε μὲ ἐπιστημονικὲς
ἀναλύσεις καὶ λογικοὺς συλλογισμούς. Γι’ αὐτὸ ἡ δεύτερη Κυριακὴ τῶν Νηστειῶν εἶναι
ἀφιερωμένη στὴ μνήμη τοῦ Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ καὶ τὴ νίκη τοὺ ἡσυχασμοῦ ἐναντίον
ἐκείνων ποὺ ἔπαιρναν τὸ δρόμο τοῦ ὁρθολογισμοῦ γιὰ νὰ γνωρίσουν τὸ Χριστό.
Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς ὑπῆρξε
μεγάλη μορφὴ τῆς Ὀρθοδοξίας καὶ τοὺ Ἑλληνισμοῦ, μὲ προσφορὰ ἀνυπολόγιστη στὰ δύσκολα
ἐκεῖνα χρόνια τοῦ Βυζαντίου, τὸν δέκατο τέταρτο αἰῶνα. Βάστηξε τὴν πίστη καὶ τὴν
πατρίδα, κατὰ τὸν καλύτερο τρόπο. Καὶ ὕστερα, στὰ χρόνια τὰ δίσεκτα τῆς
Τουρκοκρατίας, ἡ Φιλοκαλικὴ Ἀναγέννηση ἐβοήθησε τὰ μέγιστα τοὺς σκλαβωμένους Ἕλληνες
καὶ τοὺς ἔφερε στὸ γλυκὸ ξημέρωμα τοῦ 1821. Γι’ αὐτὸ καὶ ὀφείλουμε πολλὰ καὶ στὴν
Ἐκκλησία μας καὶ στὸν ἅγιο Γρηγόριο τὸν Παλαμᾶ.
Καὶ ἀκόμα ὀφείλουμε αὐτὰ νὰ μὴν τὰ
ξεχνᾶμε, ἀλλὰ νὰ προσπαθοῦμε νὰ τὰ μιμούμεθα καὶ νὰ τὰ ἀντιγράφουμε, γιατὶ καὶ ἡ
πατρίδα μας σήμερα, καθὼς καὶ ἡ οἰκουμένη, περνᾶ δύσκολες στιγμὲς κι ἔχει ἀνάγκη
ἀπ’ αὐτὴ τὴ δύναμη τοῦ Χριστοῦ, τῶν ἁγίων καὶ τῆς Ἐκκλησίας Του.
Ὅσοι σήμερα, καὶ στὸ δικό μας χῶρο,
προσπαθοῦν μὲ λογικὰ ἐπιχειρήματα νὰ πείσουν ἐκείνους ποὺ ἀμφιβάλλουν ὅτι ὁ
Χριστὸς ἀναστήθηκε, δὲν ἔχουν συναντήσει τὸν ἀναστημένο Χριστό. Γι’ αὐτὸ δὲν
τολμοῦν νὰ ποῦν σ’ αὐτοῦς «ἔρχου καὶ ἴδε». Νὰ ἔλθουν ποῦ, καὶ νὰ δοῦν τί; Γι’ αὐτὸ,
ἀντὶ νὰ τοὺς φέρνουν μὲ ἀγαλλίαση στὸν ἀναστάντα Κύριο, τοὺς ἐπιβάλουν μὲ
πολεμικὸ μένος μιὰ ἰδεολογικὴ τυραννία ποὺ ὑπηρετεῖ μόνο τὴν προσωπική τους
ματαιοδοξία.
11.03.2012 πηγὲς Αρχιμ. Ἀνανίας Κουστένης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Αφήστε το σχόλιό σας απλά με κόσμιο τρόπο.