του π. Μάριου Χανόπουλου
Κυριακή
Τρίτη Ματθαίου και η Εκκλησία στην σημερινή ευαγγελική περικοπή[1] μας υπενθυμίζει ορισμένα θέματα για την βιοτική μέριμνα και την θέση του
καλού και του Αγίου. Η Ευαγγελική περικοπή κάνει λόγο και μας δίνει τέσσερις
συστάσεις: πρώτη για τον λύχνο του σώματος που είναι ο οφθαλμός, δεύτερη για
τους δύο Κυρίους, τρίτη για την πτώχεια, την καθημερινή αναζήτηση και μέριμνα και
τέταρτη για την κάλυψη των βιοτικών αναγκών, τροφής, πόσης και ένδυσης τα οποία
δεν πρέπει να αποθηκεύουμε, ώστε να έχουμε μια σωστή χρήση των υλικών αναγκών
για την κάλυψη των βιοτικών μερίμνων.
Στη Θεία Λειτουργία και λίγο πριν την Μεγάλη
Είσοδο, λέμε «πάσαν την βιωτικήν αποθόμεθα μέριμνα», την στιγμή δηλαδή που
αρχίζει το μυστήριο της Αγίας Αναφοράς. Ο Χριστός μας λέγει: «ζητεῖτε δὲ πρῶτον
τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν δικαιοσύνην αὐτοῦ, καὶ ταῦτα πάντα προστεθήσεται
ὑμῖν».
Αίτημα
η βασιλεία του θεού και συγχρόνως πειρασμούς για
κάθε έναν από εμάς, που αναζητούμε είτε θησαυρούς πάνω στη γη, είτε όσον το δυνατόν
μεγαλύτερη συγκέντρωση αγαθών. Αυτές ο δυο πτυχές, είναι πειρασμός μεγάλος, που
μας δημιουργεί πολλές ανασφάλειες, τι θα φάμε και τι θα πιούμε, λησμονώντας την
σχέση μας με τον Θεό.
Σήμερα,
στην διάρκεια μιας οικονομικής κρίσης, τα ερωτήματα για τις βιοτικές μέριμνες είναι
αγωνιώδη και πολύ σοβαρά. Περισσότερο δε έχουν να κάνουν με την βιολογική
ύπαρξη μας. Πολλοί άνθρωποι στην δυσχέρεια αυτή, δεν αδυνατούν μόνο, αλλά αναζητούν τρόπους για να μπορέσουν να ζήσουν.
Εργασία, αύξηση εσόδων για την κάλυψη των ποιο βασικών αναγκών, αποτελούν
μέριμνες βέβαια βιοτικές, αλλά όχι στο σύνολο τους απορριπτέες.
Το
πρώτο, είναι ότι το φως του σώματος μας
είναι το μάτι! Ο Χριστός επισημαίνει ότι
πρέπει να έχουμε οφθαλμούς καθαρούς, νέα μάτια, απονήρευτα. Μην αποθηκεύετε,
μην συγκεντρώνεται χρήματα, μην ασχολείστε με το τι θα φάτε και θα πιείτε. Μήπως
ο Χριστός ζητά πολλά; μήπως είναι απαιτητικός; γιατί αυτές οι συστάσεις έχουν
να κάνουν με την καθημερινή μας ζωή, όπου πολλοί από εμάς, αγωνιούμε και ανησυχούμε.
Αλλά εάν ο οφθαλμός είναι άρρωστος και πονηρός, δεν είναι γενναιόδωρος ο άνθρωπος,
η τσιγκουνιά είναι η χειρότερη ασθένεια που μπορεί να συμβεί, ουσιαστικά κλείνει τον ίδιο στα υλικά αγαθά
και στηρίζεται μόνο σε αυτά!!!!
Ο πονηρός οφθαλμός είναι κακός
οφθαλμός, δεν μπορεί να δει την ομορφιά και το κάλλος της χάριτος. Είναι κοσμικό μάτι. Δεν μπορεί να δει την χαρά
της γενναιοδωρίας. Δεν βλέπει ότι αυτό που θα δώσει για τον άλλον, είναι για
εκείνον πολύτιμος θησαυρός. Αυτός ο άνθρωπος, αυτός ο
οφθαλμός είναι τυφλός, ζει στο σκοτάδι και όχι στο φως. Κάποτε θα σκοντάψει.
Γι’ αυτό χρειάζεται αλλαγή, καθαρισμό, της χρήσης των υλικών αγαθών για την
επάρκεια των βιοτικών αναγκών.
Η συσσώρευση
αγαθών και υλικών είναι πράξη μη εμπιστοσύνης. Αν ένα αγαθό, καφές ή ζάχαρη
ανακοινωθεί από τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης ότι θα είναι σε έλειψη από την αγορά, όλοι θα τρέξουμε να πάρουμε όσο
μεγαλύτερη ποσότητα για να έχουμε,αλλά δεν δίνουμε στον συνάνθρωπο μας .
Παράδειγμα
να είναι η αποταμίευση στον ουρανό και όχι στη γη. Η αποταμίευση δίνει το
έναυσμα να βλέπει τον πλησίον του, όπως τον εαυτό του, και τον εαυτό του ως πλησίον.
Αν ένας άνθρωπος έχει ανάγκη από ένα πουκάμισο αγαπητοί μου και έχουμε εμείς,
εάν του δώσουμε, είναι μια δωρεά, είναι μια χαρά, ένα φως.
Ο Χριστός
μας καλεί σε μια ριζική ανανέωση, μια αλλαγή του τρόπου χρήσης των υλικών
αγαθών και των μερίμνων. Ο πειρασμός για τα γήινα καλά κρατά. Πρέπει να
διαλέξουμε αφέντη, δεν μπορεί να έχουμε δύο. Μην λησμονούμε ότι ο Θεός είναι
πατέρας και εμείς παιδιά του, όλοι μαζί.
Άραγε,
που είναι ο θησαυρός μας, που είναι η καρδία μας; Τι αναζητούμε; Τι λησμονούμε;
Να ζητάμε από τον επουράνιο πατέρα να
μας δώσει τον καθημερινό άρτο.
Τα άλλα
είναι προσωρινά, είναι απογοητευτικά. Ο διάβολος αγαπητοί μου ακόμα και στις ελλείψεις
των απαραίτητων αγαθών, προσπαθεί να μας αποσπάσει την προσοχή, να
βλασφημήσουμε τον Θεό, να παύσουμε να ζητούμε, να παύσουμε να έχουμε σχέση με
το θεό, μια σχέση οικεία, μια σχέση παιδιών και πατέρα. Ας μην αγανακτούμε
λοιπόν, ας αιτούμεθα, γιατί τα επουράνια αγαθά είναι ποιο πολύτιμα από τα
επίγεια. Αμήν.
[1] Κατά Ματθαίον, Ζ’, 22-23. «Ὁ λύχνος τοῦ
σώματός ἐστιν ὁ ὀφθαλμός. ἐὰν οὖν ὁ ὀφθαλμός σου ἁπλοῦς ᾖ, ὅλον τὸ σῶμά σου
φωτεινὸν ἔσται· ἐὰν δὲ ὁ ὀφθαλμός σου πονηρὸς ᾖ, ὅλον τὸ σῶμά σου σκοτεινὸν
ἔσται. εἰ οὖν τὸ φῶς τὸ ἐν σοὶ σκότος ἐστί, τὸ σκότος πόσον; Οὐδεὶς δύναται
δυσὶ κυρίοις δουλεύειν· ἢ γὰρ τὸν ἕνα μισήσει καὶ τὸν ἕτερον ἀγαπήσει, ἢ ἑνὸς
ἀνθέξεται καὶ τοῦ ἑτέρου καταφρονήσει· οὐ δύνασθε Θεῷ δουλεύειν καὶ μαμωνᾷ. Διὰ
τοῦτο λέγω ὑμῖν, μὴ μεριμνᾶτε τῇ ψυχῇ ὑμῶν τί φάγητε καὶ τί πίητε, μηδὲ τῷ
σώματι ὑμῶν τί ἐνδύσησθε· οὐχὶ ἡ ψυχὴ πλεῖόν ἐστιν τῆς τροφῆς καὶ τὸ σῶμα τοῦ
ἐνδύματο…».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Αφήστε το σχόλιό σας απλά με κόσμιο τρόπο.