Ὡς ἄνθρωποι θνητοί πού εἴμαστε, ἔχουμε κι ἐκείνους πού πέθαναν πρίν ἀπό ἐμᾶς. Λόγοι συναισθηματικοί καί ἠθικοί μᾶς ἐπιβάλλουν νά τούς θυμόμαστε. Αὐτή ἡ θύμηση, ἡ μνήμη, γίνεται πιό ζωντανή μέ τίς εὐλα-βικές ἐκδηλώσεις μας πρός αὐτούς, ἀνάβουμε τό καντηλάκι στόν τάφο, τόν περιποιούμαστε, δίνουμε τό ψυχοχάρτι στήν Ἐκκλησία, γιά νά μνημονευθοῦν τά ὀνόματα κ.ἄ.
Ἰδιαίτερα ὅμως κάνουμε ξεχωριστές Λειτουργίες χάρη τῶν ἀνθρώπων μας πού «ἐξεδήμησαν πρός Κύριον». Αὐτή ἡ ξεχωριστή θεία Λειτουργία λέγεται καί Μνημόσυνο. Δυστυχῶς ὅμως, παρ’ ὅλο ὅτι γίνεται τό Μνημόσυνο, ἐν τούτοις οἱ πιό πολλοί ἔχουν μεγάλη ἄγνοια γύρω ἀπό τό θέμα αὐτό. Γιά τούς πολλούς, τό Μνημόσυνο, κατάντησε μία κοινωνική ὑποχρέωση.
Ἄς ἐξετάσουμε, λοιπόν:
α) Τί σημαίνει ἡ λέξη «Μνημόσυνο»;
Ἡ λέξη «Μνημόσυνο» προέρχεται ἀπό τό ρῆμα, μνημονεύω, πού σημαίνει: ἐνθυμοῦμαι, ἀναφέρω τό ὄνομα κάποιου. Τό Μνημόσυνο τελεῖται πάντοτε μέ θεία Λειτουργία καί μέ κόλλυβο, δηλαδή μέ βρασμένο σιτάρι, πού συμβολίζει τήν ἀνάσταση τῶν νεκρῶν. Ὅπως τό σιτάρι θάπτεται στή γῆ, σαπίζει καί ὕστερα ἀπό λίγο καιρό πάλι φυτρώνει καί γίνεται ὡραιότερο, ἔτσι καί ὁ νεκρός μας. Αὐτός πού θάφτηκε καί διαλύθηκε «εἰς τά ἐξ ὧν συνετέθη» θά ἀναστηθεῖ πάλι μέ τή δύναμη τοῦ Θεοῦ, μέ ἄφθαρτο σῶμα, κατά τήν κοινή Ἀνάσταση.
β) Πόσα Μνημόσυνα πρέπει νά γίνονται;
Ὁ Πατριάρχης Μητροφάνης λέγει, ὅτι Μνημόσυνο πρέπει νά γίνεται στίς 3 ἡμέρες, στίς 9, στίς 40, στό ἑξάμηνο καί στόν χρόνο, καί ὁποτεδήποτε ἄλλοτε θέλουν οἱ συγγενεῖς καί οἱ φίλοι, καλό εἶναι νά τελοῦν Μνημόσυνο.
Οἱ Ἀποστολικές Διαταγές ἀναφέρουν ὡς ἀπαραίτητα «τά τρίτα, ἔνατα, τεσσαρακοστά καί ἐνιαύσια Μνημόσυνα». (Βιβλ. Η΄, κεφ. 41-42) Μέχρι καί σήμερα τηρεῖται ἡ ἐντολή αὐτή καί τοῦτο, γιατί κάθε ἕνα ἀπό τά Μνημόσυνα αὐτά ἔχει καί τόν συμβολισμό του:
«Τριήμερα», συμβολίζουν τήν τριήμερη ταφή καί ἀνάσταση τοῦ
Χριστοῦ.
«Ἐνιάμερα», συμβολίζουν τά ἐννέα τάγματα τῶν ἀγγέλων.
«Τεσσαρακοστά», τήν Ἀνάληψη τοῦ Κυρίου.
«Ἐτήσια», εἶναι τά ἀναμνηστήρια.
Πολλοί δέν τελοῦν Μνημόσυνο, ἀλλά δίνουν «ἀντί» Μνημοσύνου. ΚΑΚΩΣ! Ἄλλο εἶναι ἡ ἐλεημοσύνη πού δίδεται καί ἄλλο τό Μνημόσυνο πού τελεῖται.
γ) Ἄραγε ὠφελοῦν τά Μνημόσυνα καί ποιούς;
Τά Μνημόσυνα πρῶτα ὠφελοῦν τούς κοιμηθέντες, οἱ ὁποῖοι ἔφυγαν ἀπό κοντά μας. Συγχρόνως ὅμως ὠφελοῦν κι ἐμᾶς τούς ζωντανούς. Μέ τά Μνημόσυνα δείχνουμε τήν ἀγάπη μας πρός τούς κεκοιμημένους, ἔπειτα ἀνακουφιζόμαστε κι ἐμεῖς οἱ θλιμένοι, γιατί ὁ θάνατος δημιουργεῖ ἀβάσταχτη θλίψη γιά τό πρόσωπο πού χάσαμε. Ἡ προσευχή ὅμως καί τό Μνημόσυνο εἶναι ἡ μοναδική ἐπικοινωνία μ’ αὐτούς.
Ἄνθρωποι πού πέθαναν ἀμετανόητοι γιά τίς ἁμαρτίες τους, μακρυά ἀπό τό φῶς τοῦ Θεοῦ, βουτηγμένοι στόν βοῦρκο τῆς ἁμαρτίας, δέν θά πρέπει νά περιμένουν τή σωτηρία τους ἀπό τά Μνημόσυνα. Ἐπειδή ὅμως ἐμεῖς δέν γνωρίζουμε ποιοί ἔφυγαν μετανοημένοι καί ποιοί ἀμετανόητοι, κάνουμε Μνημόσυνο γενικά γιά ὅλους τούς βαπτισμένους χριστιανούς.
Ἡ ὠφέλεια πού προέρχεται ἀπό τά Μνημόσυνα δέν ἔχει τή δύναμη νά ἀλλάξει ριζικά τήν μετά θάνατον κατάσταση. Παρ’ ὅλα αὐτά ὅμως προσφέρει κάποια ἀνακούφιση. Πολλοί ἴσως νομίζουν πώς μέ τά Μνημόσυνα μποροῦν μιά ψυχή πού κρίθηκε γιά τήν κόλαση, νά τή βάλουν στόν Παράδεισο.
Αὐτό εἶναι πλάνη. Οἱ πατέρες τῆς Ἐκκλησίας πού διδάσκουν τήν ὠφέλεια ἀπό τά Μνημόσυνα διευκρινίζουν καί τί εἴδους ὠφέλεια εἶναι αὐτή. Ἡ ὠφέλεια αὐτή εἶναι ἕνα εἶδος ἀνακούφισης καί μικρῆς βοήθειας τῶν ψυχῶν. Εἶναι γιά μᾶς πολύ δύσκολο νά προσδιορίσουμε μέ ἀκρίβεια τήν ὠφέλεια πού δοκιμάζουν οἱ ψυχές. Καί τοῦτο γιατί ἐμεῖς ζοῦμε στόν ἐμπειρικό ὑλικό κόσμο, ἐνῶ οἱ ψυχές κινοῦνται στόν χῶρο τῶν Πνευμάτων.
δ) Ὑπάρχει σχέση ἀνάμεσα στό Μνημόσυνο καί στήν θεία Λειτουργία;
Ἡ ἀρχαία τάξη τῆς Ἐκκλησίας μας θέλει τό Μνημόσυνο ἀπαραίτητα νά τελεῖται μέ θεία Λειτουργία. Καί τοῦτο, γιατί ἡ θεία Εὐχαριστία ἔχει μορφή ἐξιλαστήριας θυσίας, πού προσφέρεται στόν Θεό ὑπέρ τῶν ζώντων καί τῶν κεκοιμημένων.
Πολλές ἀπό ἀπό τίς εὐχές τῆς θείας Λειτουργίας εἶναι ἀφιερωμένες στούς κεκοιμημένους. Γι’ αὐτό ὅσοι θέλουν νά τελέσουν Μνημόσυνον πρέπει νά συμμετέχουν πρῶτα στή θεία Λειτουργία. Νά δίνουν τό ὄνομα τοῦ κεκοιμημένου στόν Ἱερέα, γιά νά μνημονευθεῖ στήν ἁγία Πρόθεση, καί ἔπειτα νά τελοῦν καί τήν εἰδική ἀκολουθία τοῦ ἱεροῦ Μνημοσύνου.
Ἡ ὀρθόδοξη πράξη καί ζωή ἐπιβάλλει οἱ συγγενεῖς τοῦ κεκοιμημένου νά ἐξομολογοῦνται καί νά κοινωνοῦν τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων κατά τό Μνημόσυνο.
ε) Ποιά ἡμέρα πρέπει νά τελεῖται τό Μνημόσυνο;
Σέ ὅλο τόν Ὀρθόδοξο χῶρο ἔχει ἐπικρατήσει ἡ κακή συνήθεια τό Μνημόσυνο νά τελεῖται τήν Κυριακή. Βέβαια ὑπάρχει κάποια δικαιολογία γιά τό ὅτι ἡ Κυριακή εἶναι ἡμέρα ἀργίας καί ἐξυπηρετεῖ τούς συγγενεῖς καί τούς φίλους. Δογματικά καί Τυπικά τό Μνημόσυνο δέν πρέπει νά τελεῖται τήν Κυριακή. Ἡ Κυριακή εἶναι ἡμέρα Ἀναστάσιμη, χαρμόσυνη καί πανηγυρική, ἐνῶ τό Μνημόσυνο εἶναι πένθιμο. Οἱ Χριστιανοί ἔρχονται τήν Κυριακή στήν Ἐκκλησία νά προσευχηθοῦν, νά ἁγιασθοῦν, νά φύγουν ἐνισχυμένοι καί χαρούμενοι. Φυσικό λοιπόν εἶναι νά μήν θέλουν κατά τήν ὥρα τῆς Κυριακάτικης προσευχῆς τους νά ἀκοῦν πένθιμα τροπάρια ἤ δάκρυα νά κυλοῦν ἀπό τά μάτια. Δέν εἶναι καί σωστό νά ἐπιβαρύνουμε τή θεία Λειτουργία τῆς Κυριακῆς μέ μιά ἄλλη ἀκολουθία ἄσχετη, μέ ἀποτέλεσμα ἤ νά ἀργοῦμε, πράγμα τό ὁποῖο κάνει νά δυνασχετοῦν ἀρκετοί ἤ νά συντομεύουμε τή θεία Λειτουργία, πού εἶναι ἀπαράδεκτο, προκειμένου νά εἴμαστε συνεπεῖς στήν ὥρα μας.
Ἄλλωστε εἴπαμε ὅτι τό Μνημόσυνο θά πρέπει νά τελεῖται πάντα μέ τή θεία Λειτουργία, πού εἶναι ἀφιερωμένη εἰδικά σ’ ἐκεῖνον γιά τόν ὁποῖο τελεῖται. Ἡ θεία Λειτουργία τῆς Κυριακῆς δέν ἔχει καμιά σχέση μέ τή θεία Λειτουργία τοῦ Μνημοσύνου.
Ἄλλωστε εἴπαμε ὅτι τό Μνημόσυνο θά πρέπει νά τελεῖται πάντα μέ τή θεία Λειτουργία, πού εἶναι ἀφιερωμένη εἰδικά σ’ ἐκεῖνον γιά τόν ὁποῖο τελεῖται. Ἡ θεία Λειτουργία τῆς Κυριακῆς δέν ἔχει καμιά σχέση μέ τή θεία Λειτουργία τοῦ Μνημοσύνου.
Εἶναι πολύ ἐνθαρρυντικό αὐτό πού γίνεται ἀπό μερικούς χριστιανούς, νά τελοῦν τό Μνημόσυνο τό Σάββατο. Αὐτό εἶναι καί τό ὀρθόδοξο. Ἡ πιό κατάλληλη μέρα γιά νά τελεῖται τό Μνημόσυνο εἶναι τό Σάββατο.
Θά πρέπει νά τονίσουμε καί κάτι ἀκόμα πού ἀφορᾶ τούς ζῶντες:
Ὁ κάθε χριστιανός ὀφείλει νά ἐκμεταλλεύεται γιά τή σωτηρία του, τόν χρόνο του, ὅσο εἶναι ζωντανός. Μετά τόν θάνατό μας εἴμαστε ἀφημένοι στό ἔλεος τοῦ Θεοῦ. Τότε τά Μνημόσυνά μας ἀσφαλῶς θά μᾶς ἀνακουφίζουν. ΠΟΣΟ καί ΠΩΣ, δέν ἀνήκει σέ μᾶς νά τό ποῦμε, ἀνήκει στή δικαιοσύνη καί στήν ἀγαθότητα τοῦ Θεοῦ.
ΠOTE ΔEN TEΛOYNTAI MNHMOΣYNA
Σύμφωνα μέ τό Τυπικό καί τή διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας μας ἀπαγορεύεται ἡ τέλεση Μνημοσύνου ἤ καί ἁπλοῦ Τρισαγίου μέ κόλλυβο ἀπό τό ΣΑΒΒΑΤΟ ΤΟΥ ΛΑΖΑΡΟΥ μέχρι καί τήν ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΘΩΜΑ.
Ἀκόμα ἀποφεύγεται νά τελεῖται Μνημόσυνο σέ ὅλη τή διάρκεια τοῦ Δωδεκαημέρου, δηλ. ἀπό τήν ἑορτή τῶν Χριστουγέννων μέχρι καί τῶν Θεοφανείων.
Ἐπίσης εἶναι ὀρθό νά μήν τελοῦνται Μνημόσυνα μέ κόλλυβο κατά τίς μεγάλες Δεσποτικές ἑορτές. Ἀναλυτικότερα:
1) Τήν ἑορτή τῆς ΠΕΡΙΤΟΜΗΣ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ (1 Ἰανουαρίου).
2) Τήν ἑορτή ΤΩΝ ΘΕΟΦΑΝΕΙΩΝ (6 Ἰανουαρίου).
3) Τήν ἑορτή ΤΗΣ ΥΠΑΠΑΝΤΗΣ (2 Φεβρουαρίου).
4) Τήν ἑορτή ΤΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟΥ (25 Μαρτίου).
5) Τήν ἑορτή ΤΗΣ ΠΕΝΤΗΚΟΣΤΗΣ.
6) Τήν ἑορτή ΤΗΣ ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΕΩΣ (6 Αὐγούστου).
7) Τήν ἑορτή ΤΗΣ ΥΨΩΣΕΩΣ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ (14 Σεπτεμβρίου).
8) Τήν ἑορτή ΤΩΝ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ (25 Δεκεμβρίου).
9) Τήν Κυριακή ΤΗΣ ΣΤΑΥΡΟΠΡΟΣΚΥΝΗΣΕΩΣ.
Σέ ὅλες τίς παραπάνω περιπτώσεις ἐπιτρέπεται νά τελεστεῖ Τρισάγιο στόν ἱερό Ναό ἤ στόν τάφο τοῦ κεκοιμημένου, ΧΩΡΙΣ κόλλυβο.
Κατά τήν Κυριακή τῆς Ὀρθοδοξίας γίνεται στό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο τό Μνημόσυνο «Πάντων τῶν ἀπ’ αἰῶνος κεκοιμένων εὐσεβῶς Βασιλέων, Πατριαρχῶν, Ἀρχιερέων καί Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν».
Κατά τήν Κυριακή τῆς Ὀρθοδοξίας γίνεται στό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο τό Μνημόσυνο «Πάντων τῶν ἀπ’ αἰῶνος κεκοιμένων εὐσεβῶς Βασιλέων, Πατριαρχῶν, Ἀρχιερέων καί Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν».
Σέ πολλές Ἐνορίες ἐπικράτησε κατά τήν ἡμέρα αὐτή νά τελεῖται τό Μνημόσυνο «ὑπέρ τῶν μακαρίων κτιτόρων καί δωρητῶν τοῦ Ἐνοριακοῦ Ναοῦ».
TO KOΛΛYBO
Ὅταν τελεῖται Μνημόσυνο ὑποχρεωτικά πρέπει νά ὑπάρχει καί κόλλυβο, ἐνῶ στό Τρισάγιο εἶναι προαιρετικό. Ἡ χρησιμοποίηση τοῦ κολλύβου ἐπικράτησε ἀπό τά μέσα τοῦ δ΄ αἰώνα. Παλαιότερα στό Μνημόσυνο προσφερόταν ἄρτος, κρασί, ἐλιές, τυρί ἤ ρύζι. Ὅλα αὐτά ἔχουν τή θέση ἐλεημοσύνης καί ὅσοι ἔπαιρναν ἀπ’ αὐτά εὔχονταν τό «μακαρία ἡ μνήμη αὐτοῦ», γι’ αὐτό καί λέγονταν «μακαρίαι» ἤ μακαριά, ὅπως τήν λέει ὁ λαός, καί ἔχουν τήν προέλευσή τους ἀπό τά νεκρικά δεῖπνα, γιά τά ὁποῖα κάνουν λόγο οἱ Ἀποστολικές Διαταγές. Συνέχεια ἀπό τό ἔθιμο ἐκεῖνο εἶναι τά μικρά ψωμάκια καί ὁ καφές, πού προσφέρονται ἀπό τούς συγγενεῖς τοῦ κεκοιμημένου σέ ὅσους παραβρέθηκαν στό Μνημόσυνο.
Τό Κόλλυβο, πού τελικά ἐπικράτησε, εἶναι βρασμένο σιτάρι καί κρύβει ἕναν βαθύ καί διδακτικό συμβολισμό. Συμβολίζει τήν ἐκ νεκρῶν ἀνάσταση τῶν σωμάτων. Μᾶς θυμίζει ὅτι καί ὁ ἄνθρωπος εἶναι σπόρος πού θάπτεται στή γῆ, ὅπως τό σιτάρι. Τό σπέρμα δέ αὐτό καί πάλι θά ἀναστηθεῖ μέ τή δύναμη τοῦ Θεοῦ. Γι’ αὐτό, ὅπως ἀναφέρει ὁ Συμεών Θεσσαλονίκης, μέσα στό κόλλυβο προσθέτουν καί διάφορα ἄλλα σπέρματα. Βασική ὅμως θέση ἔχει πάντοτε τό σιτάρι, διότι καί ὁ Ἰησοῦς Χριστός παρομοίασε τό Πανάγιο Σῶμα Του καί τήν ἐκ νεκρῶν Ἀνάστασή Του μ’ αὐτό, λέγοντας:
«Ἐάν τό μικρό σπυρί τοῦ σιταριοῦ δέν πέσει στή γῆ καί δέν σαπίσει μέσα στό χῶμα, μένει μοναχό του καί δέν πολλαπλασιάζεται. Ἐάν ὅμως μέ τή σπορά του στή γῆ πεθάνει καί ταφεῖ, βγάζει πολύ καρπό. Ἔτσι κι ἐγώ ἄν πεθάνω, ὅπως καθόρισε ὁ Θεός Πατέρας μου, θά καρποφορήσω τή σωτηρία τοῦ ἀνθρωπίνου γένους». (Ἰω. ιβ΄, 24)
Τόν Δεσποτικό αὐτό λόγο συμπληρώνει καί ὁ ἀπόστολος Παῦλος, ὅταν μιλάει γιά τήν ἀνάσταση τῶν νεκρῶν σωμάτων (Α΄ Κορ. ιε΄ 35-49).
TA ΨYXOΣABBATA
Ἐκτός ἀπό τά Μνημόσυνα πού ψάλλονται γιά τό συγκεκριμένο πρόσωπο ἤ τά ἰδιωτικά, ὅπως θά μπορούσαμε νά τά ὀνομάσουμε, ἡ Ἐκκλησία ὅρισε καί τά κοινά Μνημόσυνα ἤ ψυχοσάββατα, δυό φορές τόν χρόνο:
α) Τό Ψυχοσάββατο πρό τῆς ΑΠΟΚΡΕΩ.
β) Τό Ψυχοσάββατο πρό τῆς ΠΕΝΤΗΚΟΣΤΗΣ.
TO ΨYXOΣABBATO ΠPO THΣ AΠOKPEΩ
Ἡ Ἐκκλησία τελεῖ Μνημόσυνο γιά ὅλους τούς κοιμηθέντες. Αὐτό καθιερώθηκε ἀπό τούς θεοφόρους Πατέρες ἀπό τά πρῶτα ἀκόμη χριστιανικά χρόνια, ἐπειδή ὁρισμένοι «ὑπέστησαν θάνατον ἄωρον» σέ ξένη χώρα μακρυά ἀπό συγγενεῖς, στή θάλασσα, στά βουνά ἤ ἐπειδή ἄλλοι πέθαναν ἀπό κάποια ἀρρώστια ἤ πείνα ἤ σκοτώθηκαν ἤ πέθαναν ἀπό παγωνιά ἤ θεομηνίες. Ἄλλοι πάλι ἴσως δέν ἔτυχαν «τῶν νενομισμένων ψαλμῳδιῶν καί μνημοσύνων ὑπό τῆς Ἐκκλησίας».
Τό ψυχοσάββατο αὐτό καθιερώθηκε καί γιά κάποιον ἄλλο λόγο. Τήν ἄλλη μέρα, Κυριακή τῶν Ἀπόκρεω, ἡ Ἐκκλησία μᾶς ὑπενθυμίζει τή Δευτέρα Παρουσία τοῦ Χριστοῦ, γι’ αὐτό παρακαλοῦμε τόν Κριτή – Θεό νά φανεῖ ἵλεως καί σέ μᾶς, ἀλλά καί στούς κεκοιμημένους.
Σχετικά μέ τό ψυχοσάββατο τῆς Ἀπόκρεω τό Τριώδιο ἀναφέρει τά ἑξῆς: «Ἐξ αὐτῶν τῶν Ἀποστολικῶν Διαταγῶν ἐν βιβλίῳ ( Ἀποστολικὲς Διαταγές, Βιβλ. Η’, κεφ. 42, ΒΕΠ, τ. 2, σ. 169), ἔλαβεν ἡ τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησία τὴν συνήθειαν τοῦ ἐπιτελεῖν τὰ λεγόμενα τρίτα καὶ ἔνατα καὶ τεσσαρακοστὰ καὶ λοιπὰ μνημόσυνα τῶν κεκοιμημένων. Ἐπειδὴ δὲ πολλοὶ κατὰ καιροὺς ἀπέθανον ἄωρα ἢ εἰς ξενιτείαν, ἢ εἰς θάλασσαν, ἢ εἰς ὄρη καὶ κρημνούς, ἴσως δὲ καὶ πένητες ὄντες οὐκ ἠξιώθησαν τῶν διατεταγμένων μνημοσύνων, διὰ τοῦτο φιλανθρώπως οἱ θεῖοι Πατέρες κινούμενοι, ἐθέσπισαν σήμερον μνημόσυνον κοινὸν πάντων τῶν ἀπ’ αἰῶνος εὐσεβῶς τελευτησάντων χριστιανῶν, ἵνα καὶ ὅσοι τῶν μερικῶν μνημοσύνων οὐκ ἔτυχον συμπεριλαμβάνωνται εἰς τὸ κοινὸν τοῦτο κἀκεῖνοι. Πρὸς τούτοις, ἐπειδὴ αὔριον ποιοῦμεν τὴν ἀνάμνησιν τῆς Δευτέρας Παρουσίας τοῦ Χριστοῦ, καὶ ἐπειδὴ οἱ κεκοιμημένοι οὐδὲ ἐκρίθησαν, οὐδὲ ἔλαβον ἔτι τὴν τελείαν ἀντάμειψιν (Πράξ. 17,31-2 Πέτρ. 2, 9, Ἐβρ. 11, 30-40) εὐκαίρως ἀκαίρως μνημονεύει σήμερον τῶν ψυχῶν ἡ Ἐκκλησία καί, εἰς τὸ ἄπειρον ἔλεος τοῦ Θεοῦ θαρροῦσα, δέεται ἵνα ἐλεήσῃ τοὺς ἁμαρτωλούς. Ὅτι δὲ ἁπάντων κοινῶς τῶν τεθνεώτων ἡ μνήμη ἐνθυμίζει τὸν κοινὸν θάνατον καὶ εἰς ἡμᾶς ἐν καιρῷ ἁρμοδίῳ καὶ διεγείρει πρὸς μετάνοιαν, τοῦτο ἔστι τρίτον αἴτιον τοῦ παρόντος μνημοσύνου».
TO ΨYXOΣΣABATO ΠPO THΣ ΠENTHKOΣTHΣ
Kατά τό Ψυχοσάββατο αὐτό ἡ Ἐκκλησία μνημονεύει «πάντων τῶν ἀπ’ αἰῶνος κοιμηθέντων εὐσεβῶς ἐπ’ ἐλπίδι ἀναστάσεως ζωῆς αἰωνίου», δηλαδή εὐχόμαστε γιά ὅλους τούς κεκοιμημένους ἀπό τόν Ἀδάμ μέχρι καί σήμερα.
Ὁ ἅγιος Νεκτάριος ἀναφέρει σχετικά: «Κατὰ τὴν ἡμέραν ταύτην μνήμην ποιεῖται ἡ Ἐκκλησία πάντων τῶν ἀπὸ Ἀδὰμ εὐσεβῶς κοιμηθέντων, δέεται ὑπὲρ αὐτῶν καὶ αἰτεῖται παρὰ Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ τοῦ ἀναληφθέντος εἰς τοὺς οὐρανοὺς καὶ ἐν δεξιᾷ καθεσθέντος τοῦ Πατρός, ὅπως ἐν ὥρᾳ τῆς κρίσεως ἀπολογίαν ἀγαθὴν δώσωσιν αὐτῷ τῷ πᾶσαν κρίνοντι τὴν γῆν, τύχωσι τῆς ἐκ δεξιῶν αὐτοῦ παραστάσεως ἐν χαρᾷ, ἐν μερίδι δικαίων καὶ ἐν κλήρῳ φωτεινῷ ἁγίων καὶ γίνωσιν ἄξιοι τῆς οὐρανίου βασιλείας κληρονόμοι». (Ἅγιος Νεκτάριος, σ. 108-109)
Καί συνεχίζει: «Ἡ Ἐκκλησία δεομένη ὑπὲρ πάντων τῶν ἀπὸ Ἀδὰμ μέχρι σήμερον εὐσεβῶς κοιμηθέντων εὔχεται οὐχὶ βεβαίως μόνον ὑπὲρ Χριστιανῶν διότι οὐδεὶς χριστιανὸς ἀπὸ Ἀδὰμ μέχρι Χριστοῦ, ἀλλ᾽ ὑπὲρ πάσης ψυχῆς παντὸς γένους βροτῶν ἐναρέτως βιωσάσης, εἴτε ἐν νόμῳ, εἴτε ἐν ἀκροβυστίᾳ εὔχεται δ᾽ ἐν τοῖς τροπαρίοις ἵνα· «ἅπαντα ἄνθρωπον τὰ τοῦ βίου λειτουργήσαντα πιστῶς καὶ πρὸς Θεὸν μεταστάντα πολυειδῶς καὶ πολυτρόπως ὁ Θεὸς ἀξιώσῃ τῆς οὐρανίου βασιλείας αὐτοῦ». Διὰ τῆς τοιαύτης ὑπὲρ τῶν εὐσεβῶς κοιμηθέντων διαταχθείσης ἀκολουθίας ἡ Ἐκκλησία κηρύττει ὅτι οἱ ἀπὸ Ἀδὰμ μέχρι Χριστοῦ τελειωθέντες ἐνάρετοι ἄνδρες εἰσὶν ἄξιοι τοῡ Θείου ἐλέους καὶ δέεται τοῦ Θεοῦ ὑπὲρ αὐτῶν, ὅπως δώσῃ αὐτοῖς ἐν τῇ ἡμέρα τῆς κρίσεως εὐπρόσδεκτον ἀπολογίαν. Τὸ φρόνημα τοῦτο τῆς Ἐκκλησίας, ὅπερ ἀπὸ τῶν ἀποστολικῶν χρόνων γινώσκομεν, εἶναι λίαν ὀρθὸν καὶ δίκαιον διότι, ἀφοῦ ὁ Κύριος ἡμῶν ἦλθεν ἵνα σώσῃ τὸν κόσμον, ἕπεται ὅτι ἔμελλε νὰ σώσῃ καὶ πάντας τοὺς ἐναρέτως διαβιώσαντας πρὸ τῆς ἀφίξεως αὐτοῦ, διότι οὐχὶ ἡ ἔλλειψις ἀρετῆς ἐν τῷ κόσμῳ προκάλεσε τὴν ἀνάγκην τῆς ἐνσάρκου οἰκονομίας τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ, ἀλλ᾽ ἡ ἔλλειψις τῆς πρὸς τὸν Θεὸν φιλίας καὶ τὸ μεσότοιχον τῆς ἔχθρας τὸ διαχωρίζον Θεὸν καὶ ἄνθρωπον καὶ ὅπερ ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ ἦλθε νὰ καθέλῃ. Λόγος λοιπὸν τῆς ἀφίξεως τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ ἦτο ἡ συμφιλίωσις τοῦ Θεοῦ μετὰ τοῦ ἀνθρώπου καὶ οὐχὶ ἡ ἔλλειψις ἀρετῆς…». (Ἅγιος Νεκτάριος, σ. 109)
Ὁ ἴδιος Ἅγιος γιά τό ψυχοσάββατο αὐτό ἀναφέρει: «Ἡ ἀκολουθία τῶν κεκοιμημένων ἐτέθη λίαν καταλλήλως μετὰ τὸν χρόνον τῆς Ἀναλήψεως τοῦ Σωτῆρος, διότι διὰ ταύτης γενόμενος ὁ Κύριος ἐν τοῖς κόλποις τοῦ Πατρὸς καὶ λαβὼν πᾶσαν ἐξουσίαν ἐν οὐρανῷ καὶ ἐπὶ γῆς, ἐγένετο ζώντων καὶ τεθνεώτων Δεσπότης· ἡ Ἐκκλησία λοιπὸν ἔνθεν μὲν θέλοντα νᾷ ὁμολογήσῃ τὸν Ἰησοῦν Χριστὸν ζώντων τε καὶ νεκρῶν ἐξουσιαστήν, ἔνθεν δὲ νὰ ἀνακηρύξῃ τὴν πίστιν αὐτῆς εἰς τὴν δευτέραν παρουσίαν, τὴν ὑπὲρ τῶν κεκοιμημένων ἀκολουθίαν συνέταξεν». (Ἅγιος Νεκτάριος, σ. 111)
Τά Ψυχοσάββατα, λοιπόν, εἶναι δύο. Ἐπικράτησε ὅμως ἡ συνήθεια, σέ ὁρισμένα μέρη τῆς Ἑλλάδος ἐκτός ἀπό τά παραπάνω ψυχοσαββάτα,νά ἀφιερώνονται στούς κεκοιμημένους καί ἄλλα δύο Σάββατα, καί νά ὀνομάζονται καί αὐτά ὡς Ψυχοσάββατα. Αὐτά εἶναι: τό Σάββατο τῆς Τυρινῆς καί τό Σάββατο τῶν Ἁγίων Θεοδώρων, πού δέν ἔχει καμία σχέση, γιατί τότε γιορτάζουμε τό θαῦμα πού ἔκανε ὁ ἅγιος Θεόδωρος μέ τά κόλλυβα..
Στή Βόρεια Ἑλλάδα ὑπάρχει καί ἕνα τέταρτο καθιερωμένο ὡς Ψυχοσάββατο πού πιθανόν ἔχει νά κάνει μέ τούς ἑορτασμούς τοῦ πολιούχου τῆς Θεσσαλονίκης, ἁγίου Δημητρίου.Τῆς ἑορτῆς τοῦ ἁγίου Δημητρίου προηγεῖται Μεγάλη Ἑβδομάδα ἡ ὁποία ὀνομάζεται Μεγάλη Ἑβδομάδα τοῦ ἁγίου Δημητρίου. Τό Σάββατο πού προηγεῖται τῆς Ἑβδομάδας τοῦ ἁγίου Δημητρίου, θεωρεῖται ὡς τέταρτο Ψυχοσάββατο.
Σύμφωνα μέ ἄλλη ἄποψη τό Ψυχοσάββατο τοῦ ἁγίου Δημητρίου εἶναι παρμένο ἀπό τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία τῆς Ρωσίας, γιατί ἐκεῖ ὑπάρχει ἡ συνήθεια νά τελοῦν Μνημόσυνο γιά τούς «ὑπέρ πίστεως καί Πατρίδος» πεσόντες, μέ τό σκεπτικό ὅτι μετά δύο ἡμέρες γιορτάζεται τό ἔπος τοῦ 1940.
Δέν θά πρέπει νά ἀφήσουμε ἀσχολίαστο τό κωμικοτραγικό φαινόμενο πού δυστυχῶς ἐπικρατεῖ στούς Ναούς κατά τά ψυχοσάββατα καί πού δέν ταιριάζει καθόλου μέ τό πνεῦμα καί τήν σημασία τοῦ Σαββάτου τῶν ψυχῶν.
Εἶναι παράξενο οἱ νοικοκυρές τῆς ἐποχῆς μας, νά μήν ἒχουν διάθεση νά βράσουν λίγο στάρι, καί νά τό φέρουν στόν Ναό γιά νά τιμήσουν τούς κεκοιμημένους συγγενεῖς τους.
Ἀντί, λοιπόν, κολλύβων, γεμίζει ὁ Ναός μέ πάσης φύσεως πίττες κου-λουράκια καί γλυκίσματα. Εἰκόνα ἀπρέπειας πρός τόν Ναό προσβολῆς πρός τήν μνήμη τῶν κεκοιμημένων καί ἀπαξίωσης πρός τήν σημασία καί τόν σεβασμό τοῦ Μυστηρίου.
AΠAPAΔEKTA EΘIMA
Kαλό θά εἶναι νά ἀναφέρουμε καί μερικά ἀπό τά παράξενα καί μή χριστιανικά ἔθιμα πού συμβαίνουν συνήθως στίς Κηδεῖες καί στά Μνημόσυνα, ὥστε νά διαφυλάξουμε τήν πίστη μας, ἀλλά κι ἐμεῖς οἱ ἴδιοι νά μήν ζημιώσουμε πνευματικά.
*Τήν ὥρα πού βγαίνει ὁ νεκρός ἀπό τό σπίτι, σπάζουν στό κατῶφλι τοῦ σπιτιοῦ ἕνα πιάτο. Ἄν τούς ρωτήσουμε γιατί τό κάνουν αὐτό, ἡ ἀπάντησή τους θά εἶναι «γιά νά σπάσει τό κακό». Τό κακό ὅμως δέν φεύγει μέ τό σπάσιμο τοῦ πιάτου, οὔτε θά σταματήσουν οἱ ἄνθρωποι νά πεθαίνουν.
*Ἀπό τήν Ἐκκλησία μας ἀπορρίπτεται καί τό ὑπερβολικό μαυροφόρεμα. Μερικοί, γιά νά δείξουν τό πένθος τους, μαυροφοροῦν ἀκόμα καί τά παιδιά τους, στολίζουν μέ μαῦρες κορδέλλες τό σπίτι τους, μαύρη κορδέλλα καί στό μανίκι τους. Τί θά ὠφελήσει τόν νεκρό ἄν ὅλα εἶναι ντυμένα στά μαῦρα; Δέν βοηθοῦν τά μαῦρα, ὅταν ἡ ψυχή μας εἶναι μαύρη. Εἶναι ἀνάγκη νά τρέξει, λοιπόν, κανείς στόν ἐξομολόγο, γιά νά βγάλει τά μαῦρα τῆς ψυχῆς του καί νά ὠφελήσει ἔτσι καί τόν νεκρό.
*Μερικοί φωνάζουν, κλαῖνε, χτυπιοῦνται καί τραβοῦν τά μαλλιά τους γιά τόν θάνατο τοῦ ἀνθρώπου τους. Ἄλλοι πάλι εἶναι ψυχροί καί ἀδιάφοροι. Ὁρισμένοι ἐκκλησιαστικοί συγγραφεῖς ὑπογραμμίζουν ὅτι ἡ ἐκδήλωση ὑπερβολικῆς λύπης κατά τό πένθος δέν εἶναι ἐπαινετή, διότι δέν μαρτυρεῖ πίστη στήν Ἀνάσταση. Αὐτός εἶναι ὁ λόγος πού παρουσιάζουν τή Θεοτόκο νά μήν παρασύρεται σέ ἀκραῖες ἐκδηλώσεις πένθους, ἀλλά νά ὑπομένει τό πάθος τοῦ Υἱοῦ της «κοσμίως καί οὐκ ἀγενῶς». (Γεωργίου Νικομηδείας, Λόγος 8, ΡG 100, 1485D-1488Α)
*Ἀπό τίς πρῶτες ἀκόμη μέρες τοῦ πένθους μᾶς πλησιάζουν διάφορα πρόσωπα καί προσπαθώντας νά μᾶς παρηγορήσουν μᾶς προτρέπουν νά ἐπικοινωνήσουμε μέ τόν νεκρό μας μέσῳ τοῦ Μέντιουμ. Προσοχή! Μακρυά ἀπό τό δίχτυ τοῦ Σατανᾶ, πού λέγεται Μέντιουμ. Ἡ ψυχή τοῦ νεκροῦ μας βρίσκεται στά χέρια τοῦ Θεοῦ καί μόνο διά τοῦ Χριστοῦ καί τῆς Ἐκκλησίας ἔχουμε ἐπικοινωνία.
*Δυστυχῶς ἄλλοι πάλι φτάνουν μέχρι τοῦ σημείου γιά πολύ καιρό νά μήν πηγαίνουν στήν Ἐκκλησία. Βλέπουμε πολλούς πού πενθοῦν, ἐνῶ πηγαίνουν στίς διασκεδάσεις, δέν πηγαίνουν στόν Ναό. Νά τί λέγει σ’ αὐτούς ὁ ἅγιος Συμεών ὁ Θεσσαλονίκης. «Τί κάμνεις, ὦ ἄνθρωπε ἀσυλλόγιστε; Δέν ἠξεύρεις πώς μέ αὐτό ὁποῦ κάμνεις καί δέν πηγαίνεις εἰς τήν Ἐκκλησίαν πιάνεις ἔχθραν μέ τόν Θεόν καί μέ τούς ἁγίους του καί ὅτι μάχεσαι μέ αὐτούς, διότι ἀπέθανεν ὁ συγγενής σου;».
*Τά στεφάνια στίς Κηδεῖες δέν προσφέρουν καμία ὠφέλεια στόν νεκρό. Τά χρήματα αὐτά, πού φανερώνουν τήν ματαιοδοξία μας καί εἶναι πράξη ἐπίδειξης, θά μπορούσαμε νά τά προσφέρουμε σέ κάποιο ἵδρυμα ἤ στό φιλόπτωχο ταμεῖο τῆς Ἐνορίας. Προσοχή ὅμως, γιατί ὑπάρχει ὁ κίνδυνος νά φτάσουμε στό ἄλλο ἄκρο τῆς ματαιοδοξίας καί τῆς ἐπιδείξεως ὅταν ἀκούει κανείς τόν ἴδιο τόν Ἱερέα ἀπό τήν ὡραία Πύλη νά διαλαλεῖ: «Εἰς τιμήν καί μνήμην τοῦ κεκοιμημένου ὁ (τάδε) προσφέρει τό (τάδε) ἤ ἕνα σεβαστό ποσό ὑπέρ τοῦ (τάδε) σκοποῦ».Ἐνῶ δηλαδή δέν προσφέρουμε στεφάνια, πληρώνουμε γιά νά ἀκουστεῖ τό ὄνομά μας. Ὤ τῆς ματαιοδοξίας!
*Ἡ «παρηγοριά» ἤ «μακαριά», ὅπως λέγεται, θά πρέπει νά διαβάζεται στό σπίτι μετά τήν Κηδεία καί ὄχι στόν τάφο ἤ στό καφενεῖο (πρόσφορο καί κρασί).
*Εἶναι λάθος τό ὅτι στήν Κηδεία ἤ στό Μνημόσυνο οἱ συγγενεῖς δέν κρατοῦν ἀναμμένο κερί.
*Στήν περίπτωση κατά τήν ὁποία ὑπάρχουν περισσότερα τοῦ ἑνός Μνημόσυνα, εἶναι λάθος νά διαβάζονται μετά τήν θεία Λειτουργία ἀνεξάρτητα τό ἕνα ἀπό τό ἄλλο, ἀλλά πρέπει νά διαβάζονται ὅλα μαζί, ἀπό κοινοῦ.
Ἔχουμε ἱερή ὑποχρέωση νά δώσουμε τό καλό παράδειγμα ἐμεῖς πρῶτοι καί μέ θάρρος νά ἀλλάξουμε μερικά ἀπό τά «κακῶς κείμενα».
παπα-Θανάσης Κατζιγκᾶς
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Αφήστε το σχόλιό σας απλά με κόσμιο τρόπο.