Κυριακή Στ’ Λουκᾶ
«ἠρώτησαν αὐτόν…..ἀπελθεῖν ἀπ᾿ αὐτῶν,
Εἰσερχόμενος ὁ Κύριος στήν χώρα τῶν Γαδαρηνῶν ἔρχεται ἀντιμέτωπος μέ τόν πόνο καί τήν δυστυχία στό πρόσωπο ἑνός ἀνθρώπου προσβεβλημένου ἀπό πολλῶν ἐτῶν ἀπό «τά δολίως κινούμενα πεπυρωμένα βέλη τοῦ πονηροῦ» και εὑρισκομένου ὑπό δαιμονική ἐπήρεια. Ἡ εἰκόνα του, ὅπως μᾶς πληροφορεῖ ὁ Ἱερός Εὐαγγελιστής, ἦταν ἀποκρουστική˙ «ἱμάτιον οὐκ ἐνεδιδύσκετο καί ἐν οἰκίᾳ οὐκ ἔμενεν, ἀλλ᾿ ἐν τοῖς μνήμασιν». Μπροστά σ᾿ αὐτό τό οἰκτρό θέαμα ὁ Κύριος μας δέν μένει ἀδιάφορος. Ἐπεμβαίνει καθοριστικά καί χαρίζει τήν πολυπόθητη θεραπεία σ᾿ ἐκείνη τή δυστυχισμένη ὕπαρξη.
Ἕνας μόνο λόγος τοῦ
Ἰησοῦ ἀρκεῖ, ὥστε ὁ ἄνθρωπος ἐκεῖνος νά ἀπαλλαγεῖ ἀπό τήν λεγεώνα τῶν δαιμονίων
καί νά καταστεῖ και πάλι ὑγιής. Ὡστόσο παρά το γεγονός, ὅτι οἱ κάτοικοι τῶν
Γαδαρηνῶν βλέπουν τόν συνάνθρωπό τους «ἱματισμένον καί σωφρονοῦντα», δέν
βρίσκουν λόγο εὐχαριστίας, νά ἀπευθύνουν πρός τόν ἐλευθερωτή τοῦ συντοπίτη
τους, ὁ ὁποῖος μέχρι ἐκείνη τή στιγμή ἦταν δέσμιος τῶν δαιμονίων, ἀλλά τόν
παρακαλοῦν να φύγει ἀπό τό χωριό τους, «ὅτι φόβῳ μεγάλῳ συνείχοντο».
Αὐτή ἡ ἀλλόκοτη καί
ἀγνώμων στάση τῶν Γαδαρηνῶν ἀπέναντι στόν μεγάλο εὐεργέτη καί θεραπευτή εἶναι ἡ
ἐπιβεβαίωση τοῦ ἐνοχικοῦ φόβου, πού δημιουργεῖται σ᾿ αὐτούς, ὅταν συνειδησιακά
ἐλέγχονται γιά τήν ἀντίθετη πρός τόν Μωσαϊκό νόμο πράξη τῆς ἐκτροφῆς τῶν
χοίρων. Ἐνῷ ὁ νόμος τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης ἀπαγόρευε στούς Ἰουδαίους τήν ἐκτροφή
καί κατάλυση χοιρινοῦ κρέατος, ἐκεῖνοι παρά ταῦτα, θυσίαζαν στόν βωμό τοῦ
κέρδους και τοῦ συμφέροντος τήν ὑπακοή σέ ὅσα ὁ νόμος ὑπαγόρευε, προκειμένου νά
ἐκτρέφουν χοίρους καί νά πωλοῦν το κρέας τους στούς Ρωμαίους στρατιῶτες,
ἔχοντας μέ τόν τρόπο αὐτό ἀθέμιτο καί ἁμαρτωλό κέρδος. Βλέποντες λοιπόν τήν
ἀγέλη τῶν χοίρων νά κατακρημνίζεται καί νά πνίγεται στήν παρακείμενη λίμνη
φοβήθηκαν. Καί ἀντί νά συνετισθοῦν καί νά παύσουν νά ἁμαρτάνουν ἐνσυνείδητα,
προτίμησαν νά διώξουν τόν Ἰησοῦ ἀπό τόν τόπο τους.
Κατακριτέα ὁπωσδήποτε
ἡ συμπεριφορά τῶν Γαδαρηνῶν. Καθίστανται οἱ ἴδιοι διαχρονικό παράδειγμα πρός
ἀποφυγή. Ἀλλ᾿ ὅμως, ὅσο εὔκολο εἶναι νά στηλιτεύσει κανείς τήν ἀχαριστία τους,
πού ὡς συνέπεια εἶχε τήν ἀπαίτησή τους νά φύγει ἀπό κοντά τους ὁ Κύριος, τόσο
δύσκολο εἶναι νά διακρίνει κανείς τόν ἑαυτό του στά πρόσωπα ἐκείνων τῶν
ἀνθρώπων. Καί εἶναι ἀλήθεια, ὅτι ἡ ἐκδίωξη τοῦ Κυρίου ἀπό τή ζωή μας καί ἀπό
την κοινωνία μας ἐπαναλαμβάνεται μέ πολλούς τρόπους.
Δυστυχῶς πολλοί,
ἀκόμη καί ἀπό μᾶς πού θέλουμε νά ὀνομαζόμαστε Χριστιανοί, ἔχουμε μιά
ἐπιφανειακή καί ἐθιμοτυπική σχέση μέ τόν Κύριο. Ἐνῷ γνωρίζουμε τό θέλημά Του
καί ἐνδεχομένως μελετοῦμε τό λόγο καί τή διδασκαλία Του, συμβαίνει συχνά νά
κωφεύουμε καί νά τυφλώνουμε τή συνείδησή μας, γιά νά μποροῦμε νά ‘’ἐκτρέφουμε’’
ἀπερίσπαστοι καί μέ ἀναπαυμένη τήν συνείδησή μας τούς ‘’χοίρους’’ τῶν παθῶν καί
τῆς ἁμαρτίας μας στήν δική μας «ἐσωτάτη ἄδηλον καί κρύφιη χώραν τῶν Γαδαρηνῶν».
Μέσα ὅμως ἀπό τή ζωή
τῶν Ἁγίων τῆς πίστεώς μας βλέπουμε, ὅτι «ὁ θέλων πάντας ἀνθρώπους εἰς ἐπίγνωσιν
ἀληθείας ἐλθεῖν» Κύριος μᾶς ἀνοίγει δρόμους φωτεινούς, γιά νά φτάσουμε στήν
ἐνυπόστατη ἀλήθεια, δηλαδή σέ αὐτόν τόν Ἴδιο. Σ᾿ αὐτήν την πορεία πρός τήν
ἀλήθεια ὁ Κύριος ἐπιστρατεύει πρόσωπα, τά ὁποῖα μᾶς ἐπισημαίνουν τά λάθη, τίς
ἐλλείψεις, τίς πτώσεις ἤ μᾶς ἐπαναφέρουν, ὅταν οἱ βηματισμοί μας μᾶς ὁδηγοῦν σέ
λανθασμένη κατεύθυνση. Ἀνάλογη τῆς πνευματικῆς καλλιέργειας, τῆς πίστεως καί
τῆς σχέσεως, πού ὁ καθένας ἔχει οἰκοδομήσει μέ τόν Χριστό, εἶναι καί ἡ
ἀνταπόκρισή μας. Μακάριοι καί εὐλογημένοι εἶναι ὅσοι ἀποδέχονται κάθε
διακριτική ὑπόδειξη εἴτε προέρχεται ἀπό τόν πνευματικό πατέρα εἴτε ἀπό
ὁποιοδήποτε ἄλλο ὄργανο τῆς πρόνοιας τοῦ Θεοῦ καί ἀγωνίζονται, νά βαδίζουν
σταθερά στό μονοπάτι, πού ὁδηγεῖ σ᾿ Ἐκεῖνον. Παράλληλα ὑπάρχουν καί οἱ μιμητές
τῶν Γαδαρηνῶν, οἱ ὁποῖοι σέ κάθε διακριτική ὑπόδειξη, μή ἀνεχόμενοι ἔλεγχο τῆς
συνειδήσεως, δυστροποῦν καί ταράσσονται. Προτιμοῦν νά διώξουν τό Θεό ἀπό τή ζωή
τους, παρά νά ἐγκολπωθοῦν και νά βάλουν τό θέλημα τοῦ Θεοῦ πυξίδα τῆς ζωῆς
τους. Ἡ ὑπακοή στό θέλημα τοῦ Θεοῦ ἀποτελεῖ καί τόν τελειότερο τρόπο ἔκφρασης
τῆς ἀγάπης μας πρός Ἐκεῖνον, ὁ ὁποῖος εἶναι ἡ ἔνυπόστατη ἀγάπη, ἀφοῦ ὁ Ἴδιος
μᾶς ἐτόνισε, ὅτι «ὁ ἔχων τάς ἐντολάς μου καί τηρῶν αὐτάς, ἐκεῖνος ἐστίν ὁ
ἀγαπῶν με».
Ἀγαπητοί ἀδελφοί!
Ἡ ἀγάπη τοῦ Κυρίου
θεραπεύει τόν δαιμονισμένο ἄνθρωπο καί ἀποδιώκει τά δαιμόνια, ὡστόσο ἡ
δαιμονιώδης στάση τῶν συγχωριανῶν του μᾶς δείχνει, ὅτι δέν κατεννόησαν τήν
ἀπροσωπόληπτη ἀγάπη τοῦ Κυρίου, πού ἐπεκτείνεται καί σέ αὐτούς μ᾿ ἕναν πολύ
διδακτικό τρόπο. Δέν τούς ἐλέγχει καί δέν τούς ἐπιτιμᾶ γιά τήν ἑκούσια ἁμαρτωλή
τακτική τους, ἀλλά μέσα ἀπό τό θαῦμα τῆς θεραπείας τοῦ συνανθρώπου τους τούς
καλεῖ διακριτικά στήν μετάνοια και την σωτηρία.
Ἂς προσέξουμε πολύ,
ὥστε νά μή τύχει καί τούς ὁμοιάσουμε. Ἀμήν!
Ἀρχιμ. Νήφων Συριανός
Ἱεροκήρυξ- Γενικός Ἀρχιερατικός Ἐπίτροπος
Ἱερᾶς Μητροπόλεως Γλυφάδας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Αφήστε το σχόλιό σας απλά με κόσμιο τρόπο.