του π. Αντωνίου Χρήστου
Αγαπητοί Αναγνώστες φτάνουμε με τη χάρη Θεού στην Κυριακή της Σταυροπροσκυνήσεως, στην τρίτη δηλαδή Κυριακή των Νηστειών, η οποία κατέχει ξεχωριστή θέση στη λειτουργική ζωή της Εκκλησίας. Τοποθετημένη στο μέσο της Αγίας και Μεγάλης Τεσσαρακοστής, αυτή η ημέρα λειτουργεί ως πνευματικός σταθμός και ενίσχυση των πιστών στο ασκητικό τους ταξίδι προς τη Μεγάλη Εβδομάδα και το Πάσχα. Το ιερό σύμβολο του Τιμίου Σταυρού προβάλλεται προς προσκύνηση για να λάβουμε δύναμη να συνεχίσουμε, υπενθυμίζοντας τη νίκη του Χριστού επί του θανάτου και καλώντας τον καθένα πιστό να συνεχίζει να σηκώσει τον προσωπικό του σταυρό με πίστη, θάρρος και υπομονή.
Η ημέρα αυτή όμως πέρα από τα παραπάνω, έχει
οριστεί από την Ιερά Σύνοδο της Εκκλησίας της Ελλάδος να συνδέεται άμεσα και με
την έννοια των ιερατικών κλήσεων, καθώς ο Σταυρός αποτελεί τον πυρήνα της
ιερατικής ζωής και μαρτυρίας. Το ιερατικό αξίωμα στο επίπεδο της ειδικής ιεροσύνης,
έχει ταυτιστεί με την θυσιαστική
διακονία των Κληρικών παντός βαθμού για την σωτηρία του ποιμνίου. Καλούνται
νέοι με υγιές εκκλησιαστικό φρόνημα και τις κατάλληλες προϋποθέσεις να
εισέλθουν τις τάξεις του κλήρου, αλλά και κοπέλες να παντρευτούν υποψηφίους
κληρικούς γιατί υπάρχει πρόβλημα αλλά και κάποια προκατάληψη πολλές φορές ώστε
να βρεθούν κατάλληλες πρεσβυτέρες.
Ο Χριστός κάλεσε τους μαθητές Του να Τον
ακολουθήσουν, όχι σε έναν δρόμο δόξας και εξουσίας, αλλά σε μια πορεία
αυτοπροσφοράς: «Όστις θέλει οπίσω μου
ελθείν, απαρνησάσθω εαυτόν και αράτω τον σταυρόν αυτού, και ακολουθείτω μοι»
(Μαρκ. 8:34). Ο Σταυρός δεν είναι απλώς ένα εξωτερικό αντικείμενο λατρείας και
φυλακτό, αλλά ο τρόπος ύπαρξης του αληθινού χριστιανού, και κυρίως του Κληρικού.
Οι Κληρικοί ρασοφόροι καλούνται να μιμηθούν
με τον Χριστό όχι μόνο στο κήρυγμα και στην τέλεση των μυστηρίων, αλλά
πρωτίστως στην έμπρακτη θυσιαστική διακονία της αγάπης και της αλήθειας. Η ιεροσύνη
άλλωστε δεν είναι επάγγελμα ή κάποιο κοινωνικό έστω τιμητικό αξίωμα, αλλά λειτούργημα
και μια σταυρική πορεία στα χνάρια του Αρχιποίμενα Σωτήρος Χριστού. Ο Άγιος
Ιωάννης ο Χρυσόστομος περιγράφει τον ιερέα ως «στάσιν έχοντα μεταξύ Θεού και ανθρώπων», προσφέροντας στο
Εκκλησίασμα την Χάρη Του Θεού αλλά και ταυτόχρονα μεταφέροντας τα αιτήματα και
τις δεήσεις των ανθρώπων προς τον Έναν και Τριαδικό μας Θεό.
Ο Σταυρός λοιπόν γίνεται το μέτρο της
ιερατικής διακονίας γιατί ο αληθινός ποιμένας δεν ζητεί να υπηρετηθεί, αλλά να
υπηρετήσει, δεν εξουσιάζει αυταρχικά, αλλά αγαπά χωρίς προσωποληψία και
δαπανάται καθημερινώς και συνεχώς. Δεν ζει για τον εαυτό του, αλλά γίνεται
θυσία για το ποίμνιό του. Η κούραση, η μοναξιά, η αχαριστία, το αντικληρικό
πνεύμα της εποχής μας, η προκατάληψη εις βάρος του Ράσου που φέρει, ακόμη και η
αδικία και η συκοφάντηση, αποτελούν μέρος του σταυρού του. Όμως, όπως ο Σταυρός
του Κυρίου έγινε η πύλη και η οδός προς την Ανάσταση, έτσι και ο σταυρός της ιεροσύνης
φέρνει καρπούς αιωνίου ζωής.
Στην Εκκλησία, η ιερατική κλήση δεν είναι
μόνο προσωπική επιλογή των υποψηφίων προς Χειροτονία, αλλά εκλογή, κλίση και
επιλογή από τον ίδιο τον Θεό. Ο Θεός καλεί, και ο άνθρωπος καλείται να
ανταποκριθεί ελεύθερα και υπεύθυνα σε αυτή την θεία κλήση. Η αποδοχή της ιεροσύνης
δεν είναι απλώς μια τιμή, αλλά πρωτίστως μια σταυρική κένωση, μία αποδοχή
θυσιαστικής ζωής. Ο Απόστολος Παύλος γράφει στον Τιμόθεο: «Πιστός ο λόγος· εἴ τις ἐπισκοπῆς ὀρέγεται, καλὸν ἔργον ἐπιθυμεῖ»
(Α' Τιμ. 3:1). Όμως, η επισκοπή –και γενικά η ιερωσύνη– δεν είναι χώρος
κοσμικής ανέσεως, αλλά τόπος όπου ο ποιμένας πρέπει να προσφέρει τον εαυτό του
ως θυσία υπέρ των άλλων. Ο ιερεύς δεν μπορεί να ζήσει χωρίς το εκκλησιαστικό
του σώμα την Ενορία ή την Μητρόπολη που κλήθηκε να διακονεί αλλά ούτε οι
Κληρικοί μπορούν να πορευθούν χωρίς τους λαϊκούς πιστούς.
Σε μια εποχή έντονα αντικληρική που πολλοί
εντός και εκτός κυρίως Εκκλησίας αμφισβητούν τη σημασία του ιερατικού
λειτουργήματος, η Κυριακή της Σταυροπροσκυνήσεως μάς καλεί να αναγνωρίσουμε το
μεγαλείο του, όχι στην εξωτερική του μορφή εντυπωσιασμένοι από τις
πολυποίκιλτες στολές και άμφια, αλλά στην πνευματική του ουσία. Δεν πρέπει
κανείς να ξεχνά ότι ο ιερέας, καλώς ή κακώς είναι αυτός που σηκώνει αγόγγυστα
τον Σταυρό του Χριστού μέσα στην κοινωνία, εκείνος που μεσιτεύει, αγιάζει,
διδάσκει και θυσιάζεται όχι μόνο στο σήμερα αλλά διαχρονικά έχυσε κυριολεκτικά
αίμα σε ιστορικές φάσεις αυτού του έθνους και κράτους.
Πολλοί λαϊκοί και αρκετές θεατρικές
παραστάσεις και τηλεοπτικές σειρές με αψήφιστη ελαφρότητα κοροϊδεύουν και
υποτιμούν την αποστολή των κληρικών και την εξωτερικής τους αμφίεση
υποπίπτοντας στο αμάρτημα της Ιεροκατηγορίας. Αν βίωναν την Ορθόδοξη Παράδοση,
θα έβλεπαν την δυσκολία της αποστολής του ιερέα που καλείται να ζήσει τη ζωή
του ως μια ζωντανή έκφραση του Σταυρού. Βέβαια φταίμε αρκετές φορές και εμείς
οι ρασοφόροι που σκανδαλίζουμε και έχουμε εκκοσμικευθεί ξεχνώντας ότι οφείλουμε
να είμαστε πρότυπα και υπόδειγμα ταπεινώσεως, υπακοής, και αγάπης. Ο κόσμος
τιμά και αναγνωρίζει όταν βλέπει τον ιερέα όχι έναν γραφειοκράτη και στυγνό «επαγγελματία»
της πίστεως, αλλά έναν αληθινό πατέρα-ποιμένα, έναν πνευματικό φάρο που φωτίζει
και νοιάζεται για τον όλο άνθρωπο που έχει μπροστά του.
Ο άγιος Πορφύριος ο Καυσοκαλυβίτης έλεγε: «Ο καλός ποιμένας δίνει την καρδιά του,
αγκαλιάζει τους ανθρώπους, προσεύχεται γι’ αυτούς, πονάει μαζί τους». Η
ιεροσύνη είναι η έμπρακτη έκφραση αυτής της ποιμαντικής αγάπης που περιγράφει ο
σύγχρονος Άγιος. Αν θέλουμε, λοιπόν, να κατανοήσουμε την ιερατική κλήση, αρκεί
να στρέψουμε το βλέμμα μας στον Σταυρό. Στην ταπείνωση του Χριστού, στη σιωπή
της θυσίας Του, στο άνοιγμα των χεριών Του που αγκαλιάζουν τον κόσμο. Εκεί
κρύβεται το βαθύτερο νόημα της ιερατικής ζωής και γι΄ αυτό έχουμε δυστυχώς
πρόβλημα και λειψανδρία.
Κλείνοντας και το σημερινό άρθρο μας, ας
συνειδητοποιήσουμε όλοι, ότι η Κυριακή της Σταυροπροσκυνήσεως δεν είναι απλώς
μια στιγμή ανανεώσεως από τη νηστεία, αλλά μια υπενθύμιση ότι η ζωή μας πρέπει
να είναι σταυροαναστάσιμη. Το ίδιο ισχύει σε μεγαλύτερο βαθμό και για όσους
καλούνται στην ιεροσύνη: ο δρόμος τους είναι ο δρόμος του Χριστού, ένας δρόμος
θυσίας, αλλά και ιδιαίτερης ευλογίας και φυσικά θείας δόξας. Η Εκκλησία έχει
ανάγκη και πορεύεται από ιερείς που θα είναι φορείς του Σταυρού και όχι του
κοσμικού φρονήματος. Έχει ανάγκη από ποιμένες που θα οδηγούν το ποίμνιο στην
αλήθεια του Χριστού, χωρίς να δειλιάζουν μπροστά στις δυσκολίες και τα
πολυποίκιλα προβήματα.
Ευχόμαστε πάντοτε αλλά ιδιαίτερα αυτή την
ημέρα να αναζωπυρώσει η αγάπη μας για τις ιερατικές κλήσεις, να προσευχόμαστε
ιδιαιτέρως στον Θεό να εμπνεύσει νέους
ανθρώπους να απαντήσουν στο θείο κάλεσμα. Αν τύχει στο δικό μας σπίτι να μη
σταθούμε εμπόδιο τα παιδιά μας να γίνουν Ιερείς ή τα κορίτσια πρεσβυτέρες, διότι,
όπως λέγει ο Κύριος: «Ὁ θερισμὸς πολὺς, οἱ
δὲ ἐργάται ὀλίγοι» (Ματθ. 9:37). Και η Εκκλησία πάντοτε θα χρειάζεται
εργάτες του Ευαγγελίου, πρόθυμους να σηκώσουν τον Σταυρό του Χριστού για τη
σωτηρία του κόσμου. Αμήν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου