Ἀριθμ. Πρωτ. 836 Ἐν Βούλᾳ τῇ 16ῃ
Δεκεμβρίου 2022
Ἐγκύκλιος ἐπί τοῖς Χριστουγέννοις
Πρός
τόν
εὐαγῆ
κλῆρον
καί
τόν εὐσεβῆ λαόν
τῆς
κατά Γλυφάδαν τοπικῆς Ἐκκλησίας
«Ἡ Γέννησίς σου, Χριστέ ὁ Θεός ἡμῶν,
ἀνέτειλε τῷ κόσμῳ τό φῶς τό τῆς γνώσεως».
Ἀδελφοί μου ἀγαπητοί,
Ἡ χάρις τοῦ ἐν Τριάδι Ἁγίου Θεοῦ μᾶς ἀξίωσε νά ἑορτάζουμε γιά μιά ἀκόμη φορά τά Χριστούγεννα. Τήν Ἑορτή τῆς Θείας Ἐνανθρωπήσεως˙ «τά σωτήρια τοῦ κόσμου˙ τήν γενέθλιον ἡμέραν τῆς ἀνθρωπότητος˙ τήν κοινήν ἑορτήν πάσης τῆς κτίσεως» κατά τήν πανηγυρική ἔκφραση τοῦ Μ. Βασιλείου. «Ὁ Λόγος σάρξ ἐγένετο καί ἐσκήνωσεν ἐν ἡμῖν». Ὁ Κύριός μας γεννᾶται ἐκ τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου στό ταπεινό σπήλαιο τῆς Βηθλεέμ καί ἀνακλίνεται ὡς βρέφος, «ὡς παιδίον νέον», στήν φάτνη τῶν ἀλόγων ζώων. Ὁ Θεός «λαμβάνει δούλου μορφήν», γίνεται τέλειος καί ἀληθινός ἄνθρωπος, γιά νά ἀποκαταστήσῃ τό «ἀρχέτυπον κάλλος» τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως καί νά χαρίσῃ στόν ἄνθρωπο τήν θεία υἱοθεσία. Ὅπως λέγει ὁ Μ. Ἀθανάσιος «Αὐτός ἐνηνθρώπησεν ἵνα ἡμεῖς θεοποιηθῶμεν».
Ἑορτάζοντες
τήν Ἑορτή τοῦ μυστηρίου τῆς σωτηρίας, μένουμε ἔκθαμβοι μπροστά στό ἀκατανόητο
καί παράδοξο γιά τήν ἀνθρώπινη λογική γεγονός. Καί ὁμολογοῦμε τόν συγκαταβάντα
Λόγον ὡς «Ἥλιον τῆς δικαιοσύνης», ψάλλοντας τόν ὕμνον «Ἡ Γέννησίς σου, Χριστέ ὁ
Θεός, ἀνέτειλε τῷ κόσμῳ τό φῶς τῆς γνώσεως». Ἀνέτειλε τό φῶς τῆς γνώσεως στήν
ταλαίπωρη τότε ἀνθρωπότητα. Διότι, τί ἦταν ἡ ἀνθρωπότητα πρίν τήν μοναδική καί
ἀνεπανάληπτη ἐκείνη Βηθλεεμιτική ἁγία νύκτα; Ταλαίπωρη. Ὁ προφητικός λόγος, ὁ
ὁποῖος συμπυκνώνει τήν προσδοκία τῶν ἐθνῶν, χαρακτηρίζει τόν πρό Χριστοῦ κόσμο ὡς
«λαόν καθήμενον ἐν σκότει καί σκιᾷ θανάτου». Ὡς Λαό, δηλαδή, πού διψοῦσε γιά
ἀλήθεια, γιά ἀγάπη, γιά νόημα ζωῆς. Λαό πού ἀνέμενε, προσδοκοῦσε Ἐκεῖνον, Τόν
ὁποῖο σήμερα ὑμνολογοῦμε ὡς «Ἀνατολή Ἀνατολῶν». Ἐκεῖνον, γιά τόν ὁποῖο ὁ
Εὐαγγελιστής τῆς Ἀγάπης διακηρύττει: «Ἐν αὐτῷ ζωή ἦν, καί ἡ ζωή ἦν τό φῶς τῶν
ἀνθρώπων. Καί τό φῶς ἐν τῇ σκοτίᾳ φαίνει, καί ἡ σκοτία αὐτό οὐ κατέλαβε». Ἐκεῖνον,
ὁ ὁποῖος εἶναι ἡ ἀλήθεια, ἡ ἀγάπη, ἡ πηγή καί τό περιεχόμενο τῆς ζωῆς. Τόν
Σωτῆρα Κύριο Ἰησοῦ Χριστό.
Μέ
τήν γέννηση, λοιπόν, τοῦ Θεανθρώπου ἦλθε στόν κόσμο τό Φῶς. Κι᾿ αὐτό εἶναι κάτι
πού ἰδιαίτερα πρέπει νά μᾶς προβληματίζῃ ὅλους. Νά μᾶς προβληματίζῃ γιά τό κατά
πόσον ἐμεῖς βιώνουμε τόν Χριστό σάν φῶς πού φωτίζει τά σκοτάδια τῆς ψυχῆς μας,
γιά τό κατά πόσον, δηλαδή, αἰσθανόμεθα τήν παρουσία τοῦ Χριστοῦ μέσα μας. Μόνον
ὅταν τό φῶς τοῦ Χριστοῦ καταλάμψῃ τήν ὕπαρξή μας, ἠμποροῦμε νά ποῦμε, ὅτι
ἑορτάζουμε πράγματι τά Χριστούγεννα στό δικό μας προσωπικό καί κοινωνικό γίγνεσθαι.
Ἀλλά γιά νά δεχθοῦμε τόν Χριστό μέσα μας πρέπει νά ἐξέλθουμε ἀπό τό πλαίσιο τῆς
κοσμικῆς καί ἐθιμοτυπικῆς γιορτῆς καί νά ζήσουμε τό μοναδικό γεγονός τῆς ἀνατολῆς
τοῦ «φωτός τῆς γνώσεως».
Δυστυχῶς, ὁ κόσμος καί σήμερα
ἐπανῆλθε στήν πρό Χριστοῦ ἐποχή. Ἐπανῆλθε σέ μιά ἐποχή ποικιλόμορφου σκότους. Ζοῦμε
καί ὑπάρχουμε σ᾿ ἕνα κόσμο, ὁ ὁποῖος σπαράσσεται ἀπό ἀνταγωνισμούς. Τό
ἀνθρώπινο πρόσωπο προσβάλλεται καί ὑποβαθμίζεται. Οἱ ἠθικές ἀρχές καταπατοῦνται. Ἁμαρτωλά συμφέροντα καί πάθη κυριαρχοῦν. Ἡ
ἀνθρωπίνη ἀξιοπρέπεια καί ζωή περιφρονοῦνται. Καί εἶναι ἀνεκτή κάθε εἴδους κοινωνική ἀδικία καί ἐκμετάλλευση. Ζοῦμε σέ
ἕνα κόσμο μεγάλων ἀντινομιῶν καί ἀντιθέσεων. Σέ ἕνα κόσμο, ὅμως, ὅπου ἡ
νοσταλγία τῆς ἀλήθειας, τῆς ἀγάπης καί τοῦ νοήματος τῆς ζωῆς παραμένει ἐναργής
καί δρῶσα μέσα στίς ἀνθρώπινες ψυχές, ἔστω καί ἄν πολλές φορές εἶναι κρυμμένες
ἐπιμελῶς. Κι᾿ αὐτήν τήν νοσταλγία ἀποκαλύπτει ὁ Χριστός, πού «Σήμερον
γεννᾶται ἐκ Παρθένου». Τό φῶς, τό ὁποῖο ἐφώτισε τό βαθύ σκοτάδι τῆς μοναδικῆς
ἐκείνης νύκτας τῶν Χριστουγέννων δέν ἔλαμψε γιά μιά μόνον στιγμή καί μετά
ἔσβησε. Ἀνέτειλε καί φωτίζει δύο καί πλέον χιλιάδες χρόνια. Παραμένει παντοτινά
τό φῶς τῆς ὄντως ζωῆς, ἡ ὑπερβατική καί καθολική ἀποκάλυψη τοῦ νοήματος τῆς
ζωῆς καί τοῦ κόσμου. Ἡ ἀποκάλυψη τῆς ἀληθινῆς γνώσεως, ἡ ὁποία ὑπερβαίνει τίς
προσωπικές διανοητικές ἱκανότητες, τήν ἐπιστημονική αὐτάρκεια καί τήν
ἐξειδικευμένη κοσμική γνώση. Καί γι᾿ αὐτή τήν ἀληθινή γνώση δέν ὑπάρχει κανένας
ἄλλος δρόμος ἐκτός ἀπό τόν δρόμο πού μᾶς ἐγνώρισε ὁ ἐν Βηθλεέμ γεννηθείς
Κύριος. Καί ὁ δρόμος αὐτός δέν εἶναι ἄλλος ἀπό τό «Ἀγαπήσεις Κύριον τὸν Θεόν σου ἐν ὅλῃ τῇ καρδίᾳ σου,
καὶ … τὸν πλησίον σου ὡς σεαυτόν».
Ἀγαπητά
μου ἐν Χριστῷ παιδιά,
«Τοῦ
Ἰησοῦ Χριστοῦ γεννηθέντος ἐν Βηθλεέμ τῆς Ἰουδαίας, πεφώτισται τά σύμπαντα». Αὐτή
εἶναι ἡ ἀρχέγονη ἐμπειρία τῆς Ἁγίας μας Ἐκκλησίας. Αὐτήν τήν ἐμπειρία καλούμεθα
νά ζήσουμε καί ἐμεῖς σήμερα, ἑορτάζοντας τά Χριστούγεννα τοῦ δισχιλιοστοῦ εἰκοστοῦ
καί δευτέρου ἔτους. Καί θά ζήσουμε αὐτήν τήν ἐμπειρία ἐκκλησιάζοντας τήν ὕπαρξη
καί τήν ζωή μας, ζῶντας δηλαδή μέσα στά μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας μας καί ἀνακαινίζοντας
τόν ἑαυτό μας διά τῆς πίστεως καί τῆς ὑπακοῆς στόν σαρκωθέντα Κύριό μας. Τότε
μόνον θά συμπανηγυρίζουμε μαζί μέ τούς ἀγγέλους, πού ἐκείνη τήν εὐλογημένη νύκτα
τῶν Χριστουγέννων ἔψαλλαν δοξαστικά καί εὐχαριστηριακά «Χριστός γεννᾶται,
δοξάσατε· Χριστός ἐξ οὐρανῶν, ἀπαντήσατε· Χριστός ἐπί γῆς, ὑψώθητε».
ΧΡΙΣΤΟΣ
ΕΤΕΧΘΗ!
ΑΛΗΘΩΣ
ΕΤΕΧΘΗ!
Μέ ὁλόθερμες
πατρικές εὐχές ἐν Χριστῷ τεχθέντι
Ὁ Πνευματικός
σας Πατέρας
Ὁ Μ η τ
ρ ο π ο λ ί τ η ς
† Ὁ Γλυφάδας,
Ἑλληνικοῦ, Βούλας,
Βουλιαγμένης καί Βάρης
ΑΝΤΩΝΙΟΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου